Είναι αλήθεια ότι η αντιπροσωπευτική δημοκρατία που έχουμε σήμερα στην τοπική αυτοδιοίκηση είναι σε κρίση, μολονότι νομικά οι θεσμοί της διαβούλευσης και ειδικά μέσα από το σχέδιο Καλλικράτης έχουν κατοχυρωθεί, αλλά τελικά δεν αποδίδουν στην πράξη.
Αυτό φάνηκε με τον πλέον κατηγορηματικό τρόπο στον Καλλικρατικό δήμο Κηφισιάς (Κηφισιά, Νέα Ερυθραία, Εκάλη) όπου θεσμοί προβλεπόμενοι στον νόμο 3852/2010 (Πρόγραμμα Καλλικράτης) για την ενίσχυση της συμμετοχικότητας των πολιτών στις δημοκρατικές διαδικασίες περί την εκλογή και διαχείριση των κοινών της τοπικής αυτοδιοίκησης δεν εφαρμόστηκαν σχεδόν ποτέ κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησης του δήμου από τη διοίκηση Χιωτάκη μετά την εφαρμογή του προγράμματος Καλλικράτη.
Στην ουσία η αντιπροσωπευτική δημοκρατία στην τοπική αυτοδιοίκηση της Κηφισιάς ποτέ δεν έγινε ουσιαστικότερη στην τοπική μας κοινωνία μας, σε σχέση με την αντιπροσωπευτική δημοκρατία που έχουμε στο κοινοβούλιο, σε αντίθεση με το μέσο όρο της συμμετοχικής δημοκρατίας στο επίπεδο της τοπικής αυτοδιοίκησης που υπάρχει στις προηγμένες ευρωπαϊκές χώρες.
Μία από τις αιτίες είναι (και είναι ευρύτερα γνωστό αυτό στην τοπική κοινωνία)το γεγονός ότι η τοπική αυτοδιοίκηση – όχι μόνο της Κηφισιάς – είναι πρωταθλητής στη διαφθορά, το νεποτισμό και την αναξιοκρατία που σημαίνει ότι το χρήμα, η συναλλαγή και οι πελατειακές σχέσεις λειτουργούν σε οξύτερο βαθμό σε σχέση με το όλο πολιτικό σύστημα της κατά ευφημισμό αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας στη χώρα μας.
Έχουμε έλλειμμα δημοκρατίας στην τοπική αυτοδιοίκηση της Κηφισιάς και αυτό δεν είναι κάτι καινούριο. Η αντιπροσωπευτική δημοκρατία, ως σύστημα διαχείρισης των κοινών της τοπικής κοινωνίας, πάσχει από την ίδια της τη δομή και είναι επιρρεπής στο σφετερισμό της εκπροσώπησης που εκδηλώνεται από τις πελατειακές σχέσεις και την έμμεση «εξαγορά» της ψήφου με ατομιστικά ανταλλάγματα.
Το έχουμε δει, άλλωστε, αυτό να συμβαίνει σε πληθώρα υποθέσεων, όπως για παράδειγμα οι μονοδρομήσεις σε Νέα Ερυθραία και Κηφισιά, που κατέστησαν το βίο αβίωτο των περισσοτέρων δημοτών ενώ αντίθετα δρομολογήθηκαν και υλοποιήθηκαν για να εξυπηρετηθούν οι λιγοστοί φίλοι είτε του δεσποτικού δημάρχου είτε της ανεξέλεγκτης αυλής του.
Ένα άλλο πρόβλημα σχετιζόμενο με το έλλειμμα δημοκρατίας στην τοπική αυτοδιοίκηση της Κηφισιάς είναι ότι οι εμπλεκόμενοι αιρετοί σ’αυτήν μιμούνται και είναι πιστά αντίγραφα της κρατικής πολιτικής και εν πολλοίς εξαρτώνται από την εύνοια της γενικής κυβέρνησης και των σχέσεων με το κράτος και όχι με τους ίδιους τους πολίτες.
Δηλαδή, η δημοτική πολιτική της Κηφισιάς ετεροπροσδιορίζεται από τη γενικότερη πολιτική της χώρας – είναι πανθομολογούμενοι οι δεσμοί του δημάρχου με τον Πρωθυπουργό και την κοινή τους κομματική προέλευση όσο κι αν προσπαθεί, ματαίως, να φορέσει το προσωπείο του υπέρ-κομματικού ο κομματικά εξαρτώμενος σε βαθμό υποτέλειας αιρετός της τοπικής αυτοδιοίκησης – και έτσι ο αιρετός αυτός της τοπικής αυτοδιοίκησης δεν αυτοπροσδιορίζεται από τη συμμετοχή των ίδιων της των δημοτών στην εκλογική διαδικασία.
Το πρωτεύον γι’ αυτόν είναι η διαφύλαξη της σχέσης εξάρτησης με την ολιγαρχική μειοψηφία της κεντρικής πολιτικής εξουσίας και όχι η καλλιέργεια σχέσης πλειοψηφικής προτίμησης με τους εκλογείς του δήμου του.
Αυτό όμως, δεν είναι δημοκρατία στην τοπική κοινωνία της Κηφισιάς, τουλάχιστον κατά την αρχαία ελληνική έννοια όπου στη δημοκρατία ο λαός και ο πολίτης άρχει και όχι οι εκπρόσωποί του. Οι εκπρόσωποι στην καλύτερη περίπτωση είναι εντεταλμένοι να κάνουν συγκεκριμένες εντολές και είναι άμεσα ανακλητοί.
Η Κηφισιά δεν είναι αποκομμένη από την υφιστάμενη κατάσταση στη χώρα. Η κρίση, η οικονομική, κοινωνική και πολιτική που διανύουμε σήμερα στην Ελλάδα θέτει επί τάπητος θέματα αμφισβήτησης και επαναπροσδιορισμού της ίδιας της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας εξαιτίας και της διαφθοράς που την περιπλέκει.
Και φυσικά αναφέρομαι σε συστημική διαφθορά υφιστάμενη στο τρόπο υλοποίησης του αντιπροσωπευτισμού και δη κατά τρόπο ώστε παρόλο που εξακολουθούν να εκλέγονται οι αντιπρόσωποι των εκλογέων εντούτοις παρατηρείται αυτοί να ενεργούν ενάντια στη βούληση της πλειοψηφίας των πολιτών και ταυτόχρονα να μην μπορούν οι τελευταίοι ν’ απαλλαγούν εύκολα από τους αντιπροσώπους τους που δεν αντιπροσωπεύουν την αληθή τους βούληση πλέον.
Οι θεσμοί συμμετοχικότητας στη διαχείριση των κοινών της τοπικής αυτοδιοίκησης, όπως προβλέπονται οι περισσότεροι από το Πρόγραμμα Καλλικράτης, είναι θεσμοί αλληλεγγύης και συνιστούν το συλλογικό πρόταγμα που τίθεται πιεστικά πλέον στην πολιτική ατζέντα και υπαγορεύει την ανάγκη για τη συμμετοχική δημοκρατία στην τοπική μας κοινωνία. Η συμμετοχική δημοκρατία είναι κάτι ανάμεσα στην αντιπροσωπευτική και άμεση δημοκρατία.
Επομένως, είμαστε αναγκασμένοι να ξαναδούμε την αρχαιοελληνική παράδοση της δημοκρατίας, όχι για να την εφαρμόσουμε ίδια και απαράλλακτη στο σήμερα, αλλά για να την αξιοποιήσουμε ως «σπέρμα ιδεών» και διαδικασιών στην τοπική μας κοινωνία και δη αυτή της Κηφισιάς που υποφέρει από τον δεσποτισμό και την αδιαφορία για τα προβλήματα των δημοτών της απερχόμενης διοίκησης Χιωτάκη.
Κι είναι αυτού του είδους η στρεβλή κι ελλειμματική ως προς το δημοκρατικό της υπόβαθρο συμπεριφορά του απερχόμενου δημάρχου Κηφισιάς που έδωσε αφορμή και τροφοδότησε δημοσιεύματα σε πανελλήνια κυκλοφορία καλώντας τους πολίτες ν’αντιδράσουν στην επιλογή των Χιωτάκηδων στις εκλογές της 18ης και 25ης Μαΐου.
Αντίθετη μ’ αυτήν την επιλογή των Χιωτάκηδων για την τοπική αυτοδιοίκηση η συμμετοχική δημοκρατία στην οποία προσωπικά πρεσβεύω αλλά όχι μόνον εγώ – έχει εξαγγελθεί με ρητό και σαφή τρόπο από τον υποψήφιο δήμαρχο Γιώργο Θωμάκο, επικεφαλής στο συνδυασμό «Δύναμη Ελπίδας-Συμμαχία πολιτών Κηφισιάς, Νέας Ερυθραίας, Εκάλης» σχέδιο δράσης για αξιοποίηση της νομοθετικής πρόβλεψης περί τη συμμετοχικότητα των δημοτών σε διαδικασίες άσκησης εξουσίας κι ελέγχου της διαχείρισης της εξουσίας από την αιρετή διοίκηση που στην υλοποίησή του προϋποθέτει τη δράση των οργανώσεων της κοινωνίας πολιτών να συνδυάζεται με την ανάπτυξη της κοινωνικής οικονομίας, που ως σκοπό της έχει τη διαρκή μείωση των κοινωνικών ανισοτήτων και την άρση του κοινωνικού αποκλεισμού.
Η συμμετοχική δημοκρατία χρειάζεται απαραιτήτως ένα ενεργό υποκείμενο πολιτών, που παρεμβαίνει και αποφασίζει για την κοινωνική, οικονομική και πολιτική ζωή της πόλης και αυτό το υποκείμενο δεν μπορεί να εξασφαλιστεί διαφορετικά χωρίς την παρουσία και καθοριστική συμβολή σήμερα των οργανώσεων κοινωνίας πολιτών.
Η κοινωνική οικονομία με τη σειρά της δεν μπορεί να αναπτυχθεί χωρίς τις κοινωνικές συμπράξεις της τοπικής αυτοδιοίκησης με τις οργανώσεις της κοινωνίας πολιτών. Η τοπική διαβούλευση, οι λαϊκές συνελεύσεις και τα τοπικά συνέδρια δεν μπορούν να έχουν ουσιαστικό περιεχόμενο χωρίς τις θεματικές και τις τοποθετήσεις ζωντανών συλλογικών οργανισμών με παρουσία και έργο στην τοπική κοινωνία.
Αυτό το οποίο ζούμε στην Κηφισιά τα τελευταία χρόνια είναι αφενός η απογοήτευση των πολιτών από τα πεπραγμένα της απερχόμενης διοίκησης του δήμου αφετέρου η έντονη ενόχλησή τους – που ενίοτε εκφράζεται και ως απάθεια, απολιτικοποίηση και αδράνεια των πολιτών – που προκαλείται από την αδυναμία αμφίδρομης επικοινωνίας και σχέσης συνεργασίας με τη διοίκηση Χιωτάκη.
Στην πραγματικότητα οι Χιωτάκηδες της τοπικής αυτοδιοίκησης είναι το αποτέλεσμα αυτού που περιέγραφε πριν από είκοσι χρόνια ο Κορνήλιος Καστοριάδης, ο θεωρητικός της αυτονομίας και της άμεσης δημοκρατίας, όταν μας μας έλεγε ότι οι κοινωνίες μας βουλιάζουν σταδιακά στην απάθεια, στην αποπολιτικοποίηση, στην κυριαρχία των ΜΜΕ και στην κυριαρχία των τηλεοπτικών πολιτικάντηδων που ελάχιστο ουσιαστικό έργο έχουν να επιδείξουν.
Ο Κορνήλιος Καστοριάδης όταν έλεγε όλα αυτά ήταν λίγο μετά την κατάρρευση του σοβιετικού μοντέλου και την επέλαση του νεοφιλελευθερισμού, την αποθέωση της καταναλωτικής κοινωνίας και την ψευδαίσθηση της γενικής αφθονίας που επικρατούσε στη Δύση. Αυτά τα φαινόμενα προφανώς, τα οποία είχε εντοπίσει, ενίσχυαν την γενικότερη παθητικοποίηση των πολιτών.
Οι παθογένειες του συστήματος της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας όπως εξελισσόταν στερούμενου κατ’ουσίαν αντιπροσωπευτισμού, διόγκωσαν το χάσμα μεταξύ εκλογέων και αιρετών αντιπροσώπων τους οδηγώντας τους πρώτους σταδιακά σε μιά κατάσταση πολιτικής απάθειας, ιδιωτικοποίησης, ανευθυνότητας, κυνισμού, αδιαφορίας για τα κοινά και τα πολιτικά και γενικότερα μιάς στάσης απέναντι στη ζωή τους την ιδιωτική και την κοινή, που είναι περίπου μια στάση αποχαύνωσης μέσα στον καταναλωτικό και τηλεοπτικό αυνανισμό.
Αυτή την εκτροπή από την πραγματική δημοκρατία την είχε εντοπίσει ο Κορνήλιος Καστοριάδης εδώ και τουλάχιστον μια εικοσαετία.
Νομίζω ότι σε αυτές τις συνθήκες έχει επέλθει μία ραγδαία μεταβολή που δεν μπορεί πλέον να δικαιολογήσει την απάθεια και αδράνεια των πολιτών χάρις στις οποίες ευημερούν οι Χιωτάκηδες της τοπικής αυτοδιοίκησης.
Οι τραπεζικές φούσκες έσπασαν, ολόκληρα κράτη όπως και η Ελλάδα αντιμετωπίζουν το φάσμα της χρεοκοπίας και η αφθονία περιορίζεται στους λίγους, η δε μεσαία τάξη έχει καθηλωθεί και η ανεργία έχει διογκωθεί σε δυσθεώρητα ύψη, ακρωτηριάζοντας ιδιαίτερα τους νέους.
Σήμερα, οι ιδέες του Κορνήλιου Καστοριάδη μπορούν να βρουν πολύ μεγαλύτερη απήχηση ακριβώς για τους λόγους που αυτό το καταναλωτικό, φαντασιακό της αφθονίας καταρρέει. Εδώ, ενδεχομένως βρίσκεται και η ευθύνη των πολιτών να στοχαστούν πάνω στη νέα πραγματικότητα, γιατί όπως λεει ο Κορνήλιος Καστοριάδης η δημοκρατία είναι το καθεστώς της πολιτικής ανακλαστικής στοχαστικότητας.
Η στοχαστικότητα και η φιλοσοφία των πολιτών είναι απαραίτητη προϋπόθεση στην αυθεντική και συμμετοχική, άμεση δημοκρατία, όπως απαραίτητη προϋπόθεση είναι ο διάλογος που αποτυπώνεται καλλιτεχνικά στον πολιτισμό και στην αρχαία ελληνική τραγωδία. Το θέατρο, αυτή η μορφή τέχνης είναι το σχολείο για τους πολίτες.
Η πόλης είναι το σχολείο, θα διατυπώσει αργότερα ο Πλάτωνας. Οι τοίχοι γράφουν την ιστορία της πόλης και οι πολίτες μετέχουν στη συλλογική δημιουργία και γράφουν μαζί την ιστορία. Αυτή είναι κοντολογίς η έννοια και τα συστατικά στοιχεία της αρχαίας αθηναϊκής δημοκρατίας και ως τέτοια μπορεί να γίνει πηγή έμπνευσης και στην εποχή μας.
Τ’ όραμά μας για την Κηφισιά δεν μπορεί να σχετίζεται μ’ οποιονδήποτε τρόπο με τους Χιωτάκηδες του παρελθόντος στην τοπική αυτοδιοίκηση. Τ’ όραμά μας για την Κηφισιά ταυτοποιείται με την ανάγκη για περισσότερη και αμεσότερη δημοκρατία στην τοπική κοινωνία.
Περιγράφει μια κατάσταση όπου αξιοποιώντας το νόμο και τις σύγχρονες τεχνολογίες πληροφορικής και διαδικτυακών εφαρμογών εγκαθιδρύεται λειτουργική μια πραγματική δημοκρατία άμεση σε ενότητες βάσεως με στόχευση στη συμμετοχή όσο το δυνατόν περισσότερων δημοτών στη διαβούλευση, λήψη αποφάσεων και υλοποίηση αυτών στην τοπική κοινωνία.
Στη δική μας σκέψη που δεν συσκοτίζεται από μονιμότητες και καρεκλοθηρία στην άσκηση της δημόσιας εξουσίας, κάθε Αρχή, που κατ’ ανάγκην πρέπει να εκλεγεί είναι όχι απλώς εκλεκτή, αλλά συνεχώς ανακλητή, υπεύθυνη για να πρέπει να δίνει λόγο.
Νομίζω, ότι μπορούμε να αρχίσουμε να λύνουμε το πρόβλημα της άμεσης δημοκρατίας σε μιά κοινωνία σαν κι αυτή της Κηφισιάς. Κι αυτό μπορεί να γίνει μόνο με τη συνεχή δημιουργική δραστηριότητα των δημοτών.
Αυτό σημαίνει κυρίως για όλους το πάθος για τα κοινά κι αυτό δεν είναι δική μου ανακάλυψη, υπάρχει σ’ εκείνο το καταπληκτικό χορικό της Αντιγόνης, που αρχίζει «πολλά τα δεινά και ουδέν ανθρώπου δεινότερων τέλη» και όπου ο Σοφοκλής ανάμεσα στα άλλα θαυμαστά χαρακτηριστικά του ανθρώπου, αυτό που ονομάζει «η αστυνόμος οργά».
Αστυνόμος θα πει θεσμιστική και οργά (από το οποίο βγαίνει άλλωστε ο οργασμός) είναι η ακμή του πάθους, δηλαδή οι άνθρωποι αυτοί, που επάνω στην ακμή του πάθους έστησαν πραγματικές πολιτείες, έτσι όπως αυτή, μέσα στην οποία γεννήθηκε ο Σοφοκλής και για την οποία έγραψε τις τραγωδίες του.
Διεκδικούμε την ψήφο των δημοτών της Κηφισιάς, Νέας Ερυθραίας και Εκάλης όχι για να καταλάβουμε με δημοκρατικές διαδικασίες τη δημαρχιακή εξουσία, αλλά για να οδηγήσουμε τους δημότες στην ουσιαστική συμμετοχή τους στην άσκηση της εξουσίας στο δήμο τους.