Το «ΘέατροΤέχνης-Εκάτη» δεν ανασύρει αυτή την φορά έναν ακόμα τόμο από την βιβλιοθήκη Ibsen. Ανασύρει το κορυφαίο, ίσως, έργο του κι ένα από τα αριστουργήματα της παγκόσμιας θεατρικής σκηνής.
Η κ. Λουρμπά ως η επίσημη σχέση του Ibsen στην Ελλάδα, έχει εντρυφήσει τόσο πολύ στην σκηνοθεσία της ιψενικής τραγωδίας που κάθε κριτικό σχόλιο δεν θα έκανε τίποτα άλλο παρά να μιλά για την μαγεία των παραστάσεών της.
Η κ. Λουρμπά ως η ιέρεια, ως η ερωμένη, ως η σύντροφος του Ibsen, έχει αναδειχθεί η γέφυρα του Έλληνα θεατή με την ιψενική παιδεία της ύπαρξης, η γέφυρα μεταξύ των μεσογειακών νυμφών και των βορείων τελωνίων.
Κατ’ αρχήν το έργο……
Το έργο συγκροτείται σε τρεις άξονες:
-Πρώτος άξονας, είναι η ύβρι του Σόλνες και η σύγκρουσή του με τον Θεό, αποτέλεσμα της οποίας είναι η υψοφοβία, η οποία παρ’ ότι φοβία δεν τον προστατεύει. Ο Σόλνες υποκύπτει στην έλξη του κενού, θα πέσει στο τέλος στο βάραθρο του ναρκισσισμού του.
-Δεύτερος άξονας, είναι η ενοχή για το κακό που προξένησε στα παιδιά του, για να φτάσει ο ίδιος τόσο ψηλά όσο και ο Θεός.
-Τρίτος άξονας, είναι η αναζήτηση λύσης στη σχέση του με την Χίλντα ως μία παλινδρόμηση στη νεότητα απ’ όπου επιχειρεί να βρει διέξοδο. Η Χίλντα όμως εκτός από άγγελος σωτηρίας είναι και άγγελος καταστροφής, ίσως μόνο καταστροφής.
Ο Σόλνες, ένας άνθρωπος με ανάστημα πάνω από τον κοινό άνθρωπο, επιχειρεί να τα βάλει με τον Θεό ως την έσχατη δυνατότητα να υπερβεί τον εαυτό του. Αυτό από μόνο του αρκεί για να τον καταστήσει πρόσωπο τραγωδίας, μια ενσάρκωση των ηρώων της αρχαίας τραγωδίας.
Βρισκόμαστε μπροστά στην διάπραξη μιας ύβρεως. Μιας υπέρβασης της ανθρώπινης συνθήκης, ενός ναρκισσισμού που στην προσπάθειά του να πάρει την θέση του Θεού στρέφεται καταστροφικά ενάντια στον ίδιο του τον εαυτό.
Αρχιμάστορας ή πρωτομάστορας δεν μπορεί να είναι ο Σόλνες, παρά μόνον ο Θεός, αυτός ο μεγάλος αρχιτέκτονας και πρώτος γεωμέτρης. Ο Σόλνες, παιδί του καιρού του, ομογάλακτος του Nietzsche, επιθυμεί να πάρει την θέση του Θεού, να σκοτώσει τον Θεό, να πάρει τη θέση του νεκρού πατέρα, ένας αποξενωμένος πατέρας-μάστορας ο ίδιος, μάστορας στον έλεγχο της ζωής των άλλων, που, ωστόσο, ξεθεμελιώνει «ανεπαισθήτως» το ίδιο του το σπίτι, τον εαυτό του, την ζωή του που τρεφόταν με τον αδηφάγο ναρκισσισμό του.
Μάταια θα αναζητήσει τη σωτηρία στη νεότητα. Η Χίλντα δεν είναι σταλμένη στον δρόμο του για να τον σώσει. Το αντίθετο. Έχει έρθει να σφραγίσει με ενοχή, αδιέξοδο, αγωνία την ύβρι που διέπραξε ο αρχιμάστορας του ναρκισσισμού.
Ο Ibsen παίρνει στοιχεία από τον Faust και την Μαργαρίτα, αλλά επίσης, ίχνη βιωματικά από την ίδια τη ζωή, όπως συμβαίνει γύρω από την μέση ηλικία, λίγο πριν ή λίγο μετά από τον ήλιο της μεσημβρίας: η επιδίωξη μιας σχέσης με τη νεότητα ως βιωματική θεραπεία αντιστροφής του χρόνου. Μάταια.
Η Χίλντα δεν είναι παρά μια άλλη μορφή του καταστροφικού ναρκισσισμού του, εκείνου που
τον οδήγησε, ακριβώς, στην υποδοχή της Χίλντα. Μια μάταιη θεραπεία χωρίς να βλέπει, όπως δεν έβλεπε ποτέ ότι η ίδια του η ζωή τον οδηγούσε στην έλλειψη ζωής.
Ο πρωτομάστορας Σόλνες, ο υπερόπτης κατακτητής του επίγειου κόσμου, αλλά, όχι του προσωπικού του κόσμου, δεν έκανε τίποτα άλλο παρά με κάθε του πράξη να διευρύνει το βάραθρο μέσα στο οποίο βρισκόταν.
Ο αρχιμάστορας Σόλνες θα πληρώσει τον ναρκισσισμό του πολύ πιο ακριβά από το κόστος που πλήρωσε για τον δικό του ναρκισσισμό ο πρωτομάστορας του γεφυριού της Άρτας: θα χτιστεί ο ίδιος μέσα στο καμπαναριό που έχτισε.
Η πτώση του δεν είναι τίποτα άλλο παρά η έλξη που ένιωθε πάντα από το κενό της ψυχής του. Εκτός και ήταν αυτό το ζητούμενο: μια πτώση θανάτου ως τιμωρία για το ύψος της αθανασίας που αφύσικα βρέθηκε.
Η σκηνοθέτης με ήπιες σκηνοθετικές λύσεις, ίσως, ταπεινές, αλλά, που αναδεικνύουν, όμως, ακόμα περισσότερο την αντίθεση του μέτρου του ανθρώπου με αυτό που επιδίωξε ο Σόλνες, με χαμηλό φωτισμό, ψυχαναλυτική διαίσθηση, δομεί τους ήρωές της – δηλαδή, ποιους ήρωές της;
Τους διπλανούς μας, στα διπλανά καθίσματα – ενώ ταυτόχρονα αναδεικνύει το κοινωνικό πλαίσιο εντός του οποίου ενοικεί ο τυφλός ναρκισσισμός του πρωτομάστορα.
Η σκηνοθέτης ξέρει να φωτίζει-σκοτεινιάζει-φωτίζει την σκηνή για να αναδειχθεί το νόημα του έργου: «ο άνθρωπος, αυτό το άχρηστο πάθος». Αυτό το άχρηστο πάθος το οποίο δεν διστάζει να πάρει την θέση του Θεού – στο κάτω κάτω ο άνθρωπος έφτιαξε τον Θεό – για να διαπιστώσει μετά ότι με τίποτα δεν μπορεί να σωθεί. Τίποτα δεν μπορεί να αποφύγει την επίδοση του συστημένου γράμματος που είναι η ζωή, στον θάνατο.
Ο κ. Ανδρέας Μαριανός έξοχος, δεν θα μπορούσε να υπάρχει καλύτερος αναμεταδότης του δράματος. Παίζει σαν να έχει ζήσει ο ίδιος την ιστορία, σαν να μην πρόκειται για ερμηνεία, αλλά, σαν να παρουσιάζεται στην σκηνή αυτοπροσώπως για να πει την ιστορία του.
Το υποκριτικό όργανο του κ. Μαριανού, κίνηση, λόγος, σώμα γεμίζει την αίθουσα με κύματα παλμών που κάνουν τον θεατή να αφουγκράζεται τις προσίδιες υπαρξιακές ανησυχίες.
Ο κ. Μαριανός, με την ερμηνεία του, προσδίδει κάτι απρόοπτο στον ρόλο: μια παιδικότητα και μια αθωότητα που δεν υπάρχει στο έργο καθ’ αυτό, αλλά, που υποστηρίζει εκ των έσω τον ιψενικό άνθρωπο, εκείνο το «ερριμμένο ον» που κατά λάθος επιδιώκει να σωθεί.
Η κ. Πέπη Οικονομοπούλου εξαιρετική ως Αλίνε Σόλνες ισορροπεί εξαιρετικά στον δύσκολο ρόλο τού να κατέχει μια δεύτερη θέση στην ζωή του Σόλνες, ενώ, ταυτόχρονα διαμαρτύρεται σιωπηλά για το προσωπικό της δράμα δίπλα σε κάποιον που δεν ήταν ποτέ μαζί της.
Η κ. Αμαλία Κλημοπούλου ως Χίλντα έχει την ευκαιρία να εκδιπλώσει το πλούσιο λεπτεπίλεπτο μα και ταυτόχρονα στιβαρό υποκριτικό της ταλέντο. Με λεπτούς κυματισμούς υποκριτικής, βλέμμα, σιωπή κι ένα χαμόγελο που δεν καταλαβαίνεις αν είναι χαμόγελο ή μορφασμός γι’ αυτό που θ’ ακολουθήσει, πείθει τον θεατή ότι εκπροσωπεί την αλήθεια στην ζωή του Σόλνες παρ’ ότι είναι αυτή η ίδια που θα κλείσει την αυλαία στην ζωή του.
Προσέξτε το χαμόγελό της και το κούνημα του χεριού της στο τέλος, προς ένα αδιέξοδο ορίζοντα που είναι ταυτόχρονα ο ορίζοντας της ψυχής της, ίσως της ψυχής κάθε ανθρώπου.
Ο κ. Κωνσταντίνος Καρακώστας, μια αποκάλυψη. Ως γέρο Μπρόβικ αναδεικνύει τραγικά τον έλεγχο που ασκεί η τυραννία του Σόλνες, ενώ ως γιατρός Χένταλ μοιράζεται επάξια την σκηνή όταν συνευρίσκεται με τον αλαζονικό πρωτομάστορα.
Ο κ. Κωνσταντίνος Καρακώστας διαθέτει αβίαστα τις εκφράσεις της έκπληξης, της μεστότητας, εκείνης της νησίδας της λογικής που μάταια πασχίζει να επαναφέρει τον κόσμο σε ισορροπία. Το σώμα του και ο λόγος του συνάδουν σε μια μοναδική έκφραση, δείχνοντάς μας την στόφα ενός μεγάλου ηθοποιού.
Η κ. Λυδία Παπακωνσταντίνου, επαρκής στον ρόλο της, ανταποκρίνεται στα «αζήτητα» που την έχει θέσει ο Ibsen.
Οι φωτισμοί του κ. Γιάννη Ζέρβα αναδεικνύουν πλήρως την ατμόσφαιρα και τους διαλόγους του έργου.
Τα κοστούμια της κ. Val-Delou προσιτά στο βλέμμα του σύγχρονου θεατή αναδεικνύουν την συμβατική στενότητα μέσα στην οποία βρίσκεται η ανθρώπινη ύπαρξη.
Η μουσική επιμέλεια της κ. Λίας Τσεκούρα, σωστή, δημιουργεί κλίμα, υποδέχεται ή σχολιάζει, βάζει σημεία στίξης εκεί που χρειάζεται.
Φώτης Καγγελάρης
Διδάκτωρ ψυχοπαθολογίας
ΘΕΑΤΡΟ ΕΚΑΤΗ (Εκάτης 11 πλατεία Κυψέλης τηλ. 2106401931)
Παρασκευή 22/11 & Σάββατο 23/11 21.00 και Κυριακή 24/11 19.15
Τιμή εισιτήριου 12 ευρώ κανονικά – 8 ευρώ φοιτητικά.