«Οι μικροί των αποφάσεων, οι δέσμιοι των συμφερόντων και τα θύματα των μικροκοσμικών ιδεοληψιών τους, είχαν ήδη προαποφασίσει το έγκλημα (οι μεν) και δεν αντιλήφθηκαν ποτέ το βαθύτερο πολιτικό νόημα στη φράση του Αλέξη Τσίπρα ότι «δεν θα γίνω νέος Παπαδήμος».
Φαίνεται ότι με το να δώσουν το δικαίωμα στη διαπλοκή να αλαλάζει περί απώλειας της δεδηλωμένης, με το να αποδυναμώσουν έναντι της ρεβανσιστικής συμπεριφοράς της αντιπολίτευσης τη θέση του πρωθυπουργού, με το να ενισχύσουν το οπλοστάσιο όσων σχεδίαζαν τεχνοκρατικά πραξικοπήματα, θεώρησαν ότι πρόσφεραν καλές υπηρεσίες στην Αριστερά και στην Πατρίδα».
Τους τελευταίους μήνες, στη χώρα μας έχει τεθεί σε εφαρμογή το σχέδιο επιβολής πραξικοπήματος με τελικό σκοπό την ανατροπή του δημοκρατικά εκλεγμένου πρωθυπουργού, Αλέξη Τσίπρα και της πρώτης αριστερής κυβέρνησης.
Η πρώτη πράξη διαδραματίστηκε στο «θέατρο» των Βρυξελλών, με τους δανειστές – παρά τα λάθη επί του διαπραγματευτικού διαδικαστικού πλαισίου στα οποία υπέπεσε η ελληνική πλευρά – να «τραβούν το χαλί» κάτω από τα πόδια της ελληνικής κυβέρνησης, κάθε φορά που ήταν απολύτως διακριτή η σύγκλιση των δύο πλευρών, με την Αθήνα να πραγματοποιεί υπερβατικές, σε σχέση με το προεκλογικό πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ, υποχωρήσεις.
Η δεύτερη παίχτηκε αμέσως μετά την αναγγελία του δημοψηφίσματος, με τους εκπροσώπους των προηγούμενων κυβερνήσεων, την επιχειρηματική ελίτ, την εγχώρια μιντιακή ολιγαρχία, την ντόπια διαπλοκή και φυσικά το συντηρητικό ευρωπαϊκό κατεστημένο που προσέβλεπε σε έξοδο της χώρας από τη ζώνη του ευρώ, να ενορχηστρώνουν την πρωτοφανή για τα δεδομένα κράτους – μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καμπάνια κατατρομοκράτησης του ελληνικού λαού και του εκλογικού σώματος.
Η Τρίτη – και χειρότερη – διαδραματίστηκε στο ελληνικό κοινοβούλιο, στην ολομέλεια της βουλής, τη μακρά νύχτα της Παρασκευής, μέχρι το ξημέρωμα του Σαββάτου με υπουργούς της ελληνικής κυβέρνησης και βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ, να μην ψηφίζουν την ελληνική πρόταση, σε συνθήκες πρωτόγνωρης οικονομικής ασφυξίας και εκβιασμών από το διευθυντήριο των Βρυξελλών και από το τραπεζικό – βιομηχανικό σύμπλεγμα της Γερμανίας.
Ο Έλληνας πρωθυπουργός, ο Αλέξης Τσίπρας, η τελευταία ελπίδα της διάσωσης της δημοκρατικής διαδικασίας, του κοινοβουλευτισμού και της εθνικής αξιοπρέπειας, άντεξε και αντέχει.
Άντεξε και αντέχει στο σφυροκόπημα της διαπλοκής και της μιντιοκρατίας, στους εκβιασμούς των «θεσμών», στην προδοτική στάση των μίσθαρνων οργάνων της ντόπιας και ξένης επιχειρηματικής και τραπεζικής ελίτ που επιχείρησαν να αποδομήσουν – και μάλιστα στη συγκυρία της σκληρής διαπραγμάτευσης – το εγχείρημα της Αριστερής κυβέρνησης.
Και ενώ τους εχθρούς μπορεί κανείς να τους αναγνωρίσει και να διακρίνει σχεδόν άμεσα τα κίνητρα, τις προθέσεις και τους σκοπούς τους, εν τούτοις ελάχιστοι, από όσους πίστεψαν στην ελπιδοφόρα προοπτική που έδωσε ο σχηματισμός της κυβέρνησης Τσίπρα, θα μπορούσαν να υπολογίσουν ότι μπροστά στο δίλημμα ανάμεσα σε μία άτακτη χρεοκοπία, με άμεσες και καταστροφικές συνέπειες για τις μεγάλες μάζες του πληθυσμού, ή στην αποδοχή, μετά από την αναμφισβήτητα υπερήφανη διαπραγμάτευση, μίας βαριάς συμφωνίας, κάποιοι….από την Αριστερά, οι οποίοι έπρεπε να έχουν σταθεί στο ύψος των περιστάσεων, συνεπείς στη εντολή για παραμονή στην ευρωζώνη και για διαπργμάτευση εντός του ευρώ, με αίσθημα ευθύνης έναντι του ταλαιπωρημένου λαού μας, τελικά λιγοψύχησαν είτε δίνοντας προτεραιότητα σε μικροκομματικά οφέλη, είτε αποδεικνύοντας (για τους λίγους γνωρίζοντες) ότι είναι έρμαια των εξαρτήσεών τους.
Οι μικροί των αποφάσεων, οι δέσμιοι των συμφερόντων και τα θύματα των μικροκοσμικών ιδεοληψιών τους, είχαν ήδη προαποφασίσει το έγκλημα (οι μεν) και δεν αντιλήφθηκαν ποτέ το βαθύτερο πολιτικό νόημα στη φράση του Αλέξη Τσίπρα ότι «δεν θα γίνω νέος Παπαδήμος» (οι δε).
Φαίνεται ότι με το να δώσουν το δικαίωμα στη διαπλοκή να αλαλάζει περί απώλειας της δεδηλωμένης, με το να αποδυναμώσουν έναντι της ρεβανσιστικής συμπεριφοράς της αντιπολίτευσης τη θέση του πρωθυπουργού, με το να ενισχύσουν το οπλοστάσιο όσων σχεδίαζαν τεχνοκρατικά πραξικοπήματα, θεώρησαν ότι πρόσφεραν καλές υπηρεσίες στην Αριστερά και στην Πατρίδα.
Το χειρότερο, όμως, είναι ότι οι μικροί και μικρόνοες της πολιτικής, οι λιποτάκτες του αγώνα για τη νίκη του λαού μας, συνδράμουν συνειδητά ή όχι, στο σχέδιο για τη διάσωση της ντόπιας διαπλοκής, αλλά και στην προοπτική υλοποίησης της συμφωνίας με τους θεσμούς, από δοτούς τεχνοκράτες του κατεστημένου, οι οποίοι θα αξιοποιούσαν την ευκαιρία του κυβερνητισμού με σαφώς πιο αντιλαϊκό και εθνικά μειοδοτικό τρόπο από ότι η κυβέρνηση της Αριστεράς, η κυβέρνηση Τσίπρα.
Η διαπλοκή υπολόγιζε σε απώλεια της δεδηλωμένης, με το σκεπτικό, είτε να γίνει ο Αλέξης Τσίπρας ένας – όπως οι προηγούμενοι – δέσμιός τους, είτε να αντικαταστήσουν τον δημοκρατικά εκλεγμένο πρωθυπουργό, με κάποιον δοτό, όπως είχε συμβεί με τον Λουκά Παπαδήμο, και να επιβάλλουν τεχνοκρατική Χούντα.
Το γερμανικό κατεστημένο επιθυμούσε και επιθυμεί τη συμμετοχή σε μία κυβέρνηση του Ποταμιού της διαπλοκής, πιθανότατα με τον Σταύρο Θεοδωράκη στη θέση του πρωθυπουργού.
Οι Σαμαράς και Βενιζέλος, πολιτικά χρεοκοπημένοι και κοινωνικά και λαϊκά απονομιμοποιημένοι περιμένουν στη γωνία για τη δική τους ρεβάνς.
Την ίδια στιγμή η διαπλοκή και η ντόπια ολιγαρχία φοβούνται, τρέμουν τον Αλέξη Τσίπρα. Το πολιτικό του τέλος, ταυτόχρονα με μία πανηγυρική αποδόμησή του, θα ήταν βούτυρο στο ψωμί για την ψευτοδικαίωση της προπαγάνδας τους.
Το βέβαιο είναι ότι, ο Αλέξης Τσίπρας παραμένει ισχυρός. Έχει τη μεγάλη κοινωνική πλειοψηφία με το μέρος του. Έχει το δίκιο με το μέρος του.
Μόλις ολοκληρωθεί η διαπραγμάτευση, μόλις κλείσει η συμφωνία, θα τακτοποιηθεί και η κατάσταση στο εσωτερικό μέτωπο. Αυτό φοβούνται τα συμφέροντα, αυτό φοβούνται και κάποιοι μέσα στον ΣΥΡΙΖΑ.
Η κατάσταση θα ξεκαθαρίσει και με τους ολιγάρχες, και με τους μιντιάρχες και με εκείνους που έπαιξαν το παιχνίδι της διαπλοκής στρώνοντας το χαλί για την παλινόρθωσή της και την αναγέννησή της, μέσα σε ένα ασταθές πολιτικό – οικονομικό και απορρυθμισμένο κοινωνικό περιβάλλον.
Τούτες τις ώρες που γράφονται αυτές οι γραμμές, βρίσκεται σε εξέλιξη του Eurogroup. Μαθαίνουμε ότι οι υπουργοί Οικονομικών της Ευρωζώνης ζητούν ευρεία κοινοβουλευτική πλειοψηφία, ώστε να αποφευχθεί το ενδεχόμενο προκήρυξης εκλογών.
Με λίγα λόγια ζητούν την αλλαγή κυβέρνησης. Αυτές τις υπηρεσίες προσέφεραν όσοι και όσες δεν ψήφισαν υπέρ της ελληνικής πρότασης στην ολομέλεια της βουλής.
Όσοι πάντως θεωρούν ότι έχουν ξεμπερδέψει με τον Αλέξη Τσίπρα, πλανώνται πλάνην οικτράν!!
{jcomments on}