Η κρίση, η διόγκωση του χρέους και η αδυναμία αναπτυξιακής απάντησης από την ελληνική κοινωνία έχουν σχέση, ως ένα βαθμό, με τις διαπιστωμένες, εδώ και δεκαετίες, παθογένειες της Δημόσιας Διοίκησης.
Ανεξάρτητα από πολιτικές διακηρύξεις των κυβερνήσεων για εκσυγχρονισμό – μεταρρύθμιση, και των νομοθετικών παρεμβάσεων που τις ακολούθησαν, στην πραγματικότητα αναπαράγονταν το ίδιο αντιπαραγωγικό μοντέλο με σύγχρονη μορφή.
Η κ. Αιμιλία Λυμπεράκη – Besson.
Διαβεβαιώσεις για αξιολόγηση έργου με πάταξη της διαφθοράς, της αναξιοκρατίας, του κομματισμού και της εξυπηρέτησης μεγάλων συμφερόντων, έμειναν σε επίπεδο των προθέσεων, αν δεν μετατράπηκαν στο αντίθετό τους. Χαρακτηριστικό είναι ότι η αναγκαία και ζητούμενη από χρόνια, ευελιξία της Δημόσιας Διοίκησης μεταφράστηκε σε διαθεσιμότητα και απολύσεις!
Σήμερα, η Δημόσια Διοίκηση βρίσκεται σε κατάσταση «ασαφούς, καταστροφικής ακινησίας». Αυτή η ακινησία που έχει ως βάση τις πολιτικές εξελίξεις του τελευταίου εξαμήνου και τις πολιτικές και συνδικαλιστικές αντιπαραθέσεις για το τι είδους Δημόσια Διοίκηση θέλουμε, έχει κυριολεκτικά παραλύσει κάθε προσπάθεια να εξέλθει από την αντιπαραγωγική κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει.
Η ουσία σήμερα είναι, να συνειδητοποιήσουμε την καταστροφική επίδραση που έχει σε κάθε αναπτυξιακή προσπάθεια εξόδου από την κρίση, η αδράνεια, η γραφειοκρατία, ο συγκεντρωτισμός και η αναξιοκρατία στη Δημόσια Διοίκηση.
Δημόσια Διοίκηση και οικονομία
Όσο και αν φαινομενικά ο δημόσιος και ο ιδιωτικός τομέας είναι δυο ανεξάρτητοι τομείς, στην πραγματικότητα η καλή λειτουργία του ενός είναι προϋπόθεση καλής λειτουργίας και ανάπτυξης του άλλου.
Κι επειδή ο δημόσιος τομέας, σε αντίθεση με τον ιδιωτικό, διέπεται από κανόνες κεντρικού σχεδιασμού και συνειδητής πολιτικής διοίκησης και λειτουργίας, είναι ο τομέας ο οποίος πρέπει πρώτος να κινηθεί προς την κατεύθυνση της εξυγίανσης και της ανάπτυξης, για να ωθήσει και τον ιδιωτικό τομέα στην ίδια κατεύθυνση.
Ο δημόσιος τομέας και ουσιαστικά η Δημόσια Διοίκηση που τον θέτει σε λειτουργία, μετατρέπεται αναγκαστικά σε προϋπόθεση ανάπτυξης του ιδιωτικού τομέα και «πρώτη αρχή» για την αντιμετώπιση της κρίσης και την στροφή στην οικονομική ανάπτυξη.
Είναι αυτονόητο ότι, ο βαθμός ανάπτυξης της οικονομίας και της κοινωνίας είναι ευθέως ανάλογη του βαθμού αναπτυξιακής λειτουργίας της Δημόσιας Διοίκησης σε κάθε χώρα.
Ομοίως, και παρά τις φαινομενικές διαφορές, η παραγωγικότητα και η ανταγωνιστικότητα της οικονομίας μας είναι ευθέως ανάλογη της ανταγωνιστικότητας και παραγωγικότητας του δημόσιου τομέα και της Δημόσιας Διοίκησης.
Αυτό δεν έχει να κάνει τόσο με ποσοτικούς δείκτες ανθρώπινου δυναμικού, όσο με ποιοτικούς. Απόδειξη αποτελούν οι συγκρίσεις με τις ανεπτυγμένες και πρωτοπόρες οικονομικά χώρες. Το ότι π.χ. η ΕΝΑ (Ανώτατη Σχολή Δημόσιας Διοίκησης Γαλλίας (Ecole Nationale d’ Αdministration) κατέχει εξέχουσα θέση με παγκόσμια αναγνώριση, δείχνει και τη μεγάλη σημασία που δείχνουν οι Γαλλικές κυβερνήσεις στην ανάπτυξη της Δημόσιας Διοίκησης.
Το πόσο απέχει από μια τέτοια ιδανική λειτουργία η Δημόσια Διοίκηση της χώρας μας είναι γνωστό, όχι μόνο από τις εκθέσεις του Ελεγκτή Δημόσιας Διοίκησης και διεθνών οργανισμών, όπως ο ΟΟΣΑ, αλλά και από την αρνητική εμπειρία των επιχειρηματιών, ιδίως των μικρομεσαίων.
Οι τακτικές αναφορές των επιμελητηρίων και των οργανώσεων των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, οι οποίες σε αυτή τη φάση είναι το πλέον πρόσφορο τμήμα για να επανεκκινηθεί η οικονομία, ότι η Πολιτεία τους αγνοεί και η Δημόσια Διοίκηση αδρανεί και τους αδικεί, είναι οι καλύτεροι μάρτυρες της κακής λειτουργίας της.
Η κατάσταση σήμερα
Παρότι επιχειρήθηκαν κάποιες τομές, όπως τα νέα οργανογράμματα των δημοσίων υπηρεσιών και οργανισμών και η νομοθέτηση της αξιολόγησης όλου του ανθρώπινου δυναμικού (ν. 4275/14) με όλες τις αντιφάσεις και υστερήσεις του νόμου, πρακτικά η κατάσταση δεν έχει αλλάξει.
Οι νέες δομές στελεχώθηκαν προσωρινά από παλιά στελέχη, υποτίθεται μέχρι την αξιολόγηση και στελέχωσή τους από νέα πρόσωπα, αλλά η αξιολόγηση έχει αδρανήσει.
Έτσι, διαιωνίζεται μια προσωρινή κατάσταση, κάτι σαν «ουδέν μονιμότερο του προσωρινού», κατά την οποία κανένας δεν έχει προγραμματικές στοχεύσεις και δεν λαμβάνει πρωτοβουλίες, πέραν των υπηρεσιακών καθηκόντων κατά τη συντηρητική αντίληψη της εκτέλεσής τους. Στην πραγματικότητα, η Δημόσια Διοίκηση κινείται ανεξέλεγκτα με τον «αυτόματο πιλότο».
Αν συνεχιστεί αυτή η κατάσταση, είναι πιθανόν ν’ αποτελέσει τροχοπέδη κάθε σχεδίου αναπτυξιακής πνοής στον ιδιωτικό τομέα, αφού πολλές υποθέσεις και σχεδιασμοί θα αναβάλλονται μέσα στο κλίμα προσωρινότητας και αβεβαιότητας.
Θα διακινδυνεύαμε να πούμε ότι, όχι μόνο θα πλήττονται οι αναπτυξιακές πολιτικές που απαιτούν δημιουργικές πρωτοβουλίες και καινοτόμες δράσεις, αλλά θα πλήττονται ακόμη και οι κλασσικές λειτουργίες, όπως η συλλογή δημόσιων εσόδων, η πάταξη της φοροδιαφυγής και εισφοροδιαφυγής, η πάταξη της διαφθοράς, της φοροκλοπής, της παραοικονομίας κ.α.
Αυτά, την ώρα που σφίγγει ο κλοιός του χρέους και τα δημόσια ταμεία βρίσκονται με αρνητικό πρόσημο! Τα υπέρογκα ποσά που απαιτούνται την εξυπηρέτηση του χρέους μέσα στο 2015, τα οποία το Εμποροβιομηχανικό Επιμελητήριο Πειραιά ανεβάζει στα 29,3 δις ευρώ, δεν επιτρέπουν κανενός είδους αδράνεια της Δημόσιας Διοίκησης.
Τι χρειαζόμαστε;
Τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ του 3ου και 4ου τριμήνου του 2014 (+0,7%, -0,4% αντίστοιχα), δείχνουν μικρές αυξομειώσεις του ΑΕΠ, πράγμα που φανερώνει ότι η οικονομία βρίσκεται σε μια κρίσιμη, αλλά αδρανή ισορροπία.
Όταν τα πράγματα στην οικονομία βρίσκονται σε αδρανή ισορροπία, αρκεί μια κίνηση – τομή στο εξωτερικό περιβάλλον της για να πάει προς την ανάπτυξη, διαφορετικά θα γυρίσει σε νέα καταστροφική ύφεση.
Η κύρια δύναμη που μπορεί να προκαλέσει μια τέτοια έξοδο, αναπτυξιακή ή καταστροφική, είναι μόνο η πολιτική βούληση για την οικονομική πολιτική και η κατεύθυνση, με βάση την οποία θα δράσει η Δημόσια Διοίκηση.
Μπορούμε όμως να περιμένουμε μια παλιά διοίκηση με ανορθόδοξη στελέχωση και διορισμούς, παλιές νοοτροπίες και ξεπερασμένες αντιλήψεις να αποτελέσει όχημα προώθησης αναπτυξιακών πολιτικών και καινοτόμου αναπτυξιακής λειτουργίας; Φυσικά όχι!
Στην πραγματικότητα, κάθε ημέρα που η Δημόσια Διοίκηση παραμένει στα παλιά είναι μια χαμένη ημέρα για την ανάπτυξη, την αντιμετώπιση της κρίσης και, στην πράξη, την διαγραφή των μνημονιακών δεσμεύσεων.
Ανασυγκρότηση, αξιολόγηση, εξυγίανση
Αν μέχρι τώρα η λέξη «αξιολόγηση» προκαλούσε αρνητικούς συνειρμούς, συνδεόμενη με απολύσεις, προκρούστιες λογικές, άδικες κρίσεις, κομματικά κριτήρια, υποκειμενικές επιλογές κ.α., είναι στο καθήκον της νέας κυβέρνησης να την απαλλάξει τάχιστα από αυτές τις αρνητικές έννοιες.
Το καθήκον της λοιπόν είναι να προχωρήσει σε ριζική μεταρρύθμιση, θεσπίζοντας μια νέα αξιολόγηση από «μηδενική βάση», δηλ. αποκλείοντας τις μέχρι τώρα κομματικές αντιλήψεις, διορισμούς και μοριοδοτήσεις των «δικών μας παιδιών», ώστε να κριθούν όλοι με ίσα μέτρα και ν’ αναδειχτεί αξιοκρατικά στη Δημόσια Διοίκηση το νέο στελεχιακό δυναμικό που πραγματικά αξίζει να καταλάβει τις θέσεις ευθύνης και τις κρίσιμες παραγωγικές θέσεις εργασίας.
Η εφαρμογή της αρχής «ο κατάλληλος άνθρωπος στην κατάλληλη θέση», με βάση το επίπεδο τυπικών προσόντων, ικανοτήτων και δεξιοτήτων, την αποτελεσματικότητα, την έφεση στην εισαγωγή νέων τεχνολογιών και καινοτομιών και της ψηφιακής διακυβέρνησης, είναι βασικές προϋποθέσεις για ν’ αποκτήσουμε νέα, ευέλικτη και παραγωγική, Δημόσια Διοίκηση, απαλλαγμένη από όλα τα βάρη και τις παθογένειες του παρελθόντος.
Πέρα από αυτό βέβαια, μέσα στις αναγκαιότητες της μεταρρύθμισης, είναι και η αλλαγή νοοτροπίας, τόσο έναντι των Δημοσίων Υπαλλήλων, που πρέπει να συμμετέχουν δημοκρατικά στον σχεδιασμό και υλοποίηση στόχων, όσο και των πολιτών και των παραγωγικών επιχειρήσεων, χωρίς διακρίσεις και εύνοιες.
Δεν είναι πελάτες ούτε «ξένοι» και ενοχλητικοί όλοι αυτοί. Είναι οι αιμοδότες της Δημόσιας Διοίκησης, είναι ο μοχλός για την οργάνωση της κοινωνίας, ώστε να λειτουργεί συντεταγμένα και αναπτυξιακά!
Η Δημόσια Διοίκηση δεν υπάρχει, ούτε για τους Δημόσιους Υπαλλήλους, ούτε για τις κυβερνήσεις, ούτε για κάποια μεγάλα οικονομικά συμφέροντα, ούτε για να αναπαράγει τον εαυτό της.
Υπάρχει για να εξυπηρετεί την κοινωνία σε όλες τις κοινωνικές και παραγωγικές δραστηριότητές της, είτε είναι αναπτυξιακές, είτε συμβατικά λειτουργικές. Υπάρχει για να παρέχει υπηρεσίες στους πολίτες, από την Παιδεία μέχρι την Ασφάλεια, υπάρχει για να αποτελεί και την υποδομή της ανάπτυξης της χώρας.
Η κ. Αιμιλία Λυμπεράκη – Besson είναι:
-Πτυχιούχος Γαλλικής Φιλολογίας,
-ΠΕ-Διοικητικός Οικονομικός στο Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων,
-Υπότροφος σε Διεθνή Κύκλο Σπουδών “management” και Διαχείρισης Ανθρώπινου Δυναμικού στην Εθνική Σχολή Δημόσιας Διοίκησης της Γαλλίας (ΕΝΑ – Paris),
-Εμπειρογνώμονας, ενταγμένη στο Μητρώο Εκπαιδευτών του Ε.Κ.Δ.Δ.Α. με θεματικές ενότητες διδασκαλίας «Διοίκηση Ανθρώπινου Δυναμικού-management» και Εκπαιδευτική πολιτική – Ευρωπαϊκή διάσταση στην Εκπαίδευση και Μηχανισμοί παρακολούθησης και αξιολόγησης σε ευρωπαϊκό επίπεδο, στους τομείς Απασχόλησης, Κοινωνικής Ένταξης και Εκπαίδευσης»,
-Πρώην μέλος του Δ.Σ. του Εθνικού Κέντρου Πιστοποίησης (ΕΚΕΠΙΣ)- ΕΟΠΠΕΠ,
-15 χρόνια απασχόλησης στον ιδιωτικό τομέα της οικονομίας,
-Πρώην υπεύθυνη Ευρωπαϊκών Προγραμμάτων και του Τμήματος Διεθνών Σχέσεων της Γ.Σ.Ε.Β.Ε.Ε.
{jcomments on}