Πώς αξιοποιεί ο Πούτιν την διάλυση της Γιουγκοσλαβίας από το ΝΑΤΟ…
Η Δύση φοβάται ότι το Κίεβο μπορεί να γίνει Βελιγράδι από ανθρωπιστική επιχείρηση χωρίς έγκριση του ΟΗΕ, μετά την μονομερή αναγνώριση ανεξαρτησίας αυτονομιστών
Στο τέλος του προηγούμενου αιώνα, οι αεροπορικές επιδρομές σε σχέση με το Κόσοβο απέδειξαν ότι ο πόλεμος είναι ακόμη πιθανός, ακόμη και με βόμβες να πέφτουν στο κέντρο πόλεων όπου οι κάτοικοι αισθάνονταν ασφαλείς και μακριά από αυτόν, έστω κι αν ήταν «δίπλα» για κάποιο διάστημα.
Αν ο Πούτιν τελικά σταματήσει να διασκεδάζει με διαπραγματεύσεις με Δυτικούς Ηγέτες και εξαπολύσει μεγάλο πόλεμο, ο θάνατος και η δυστυχία που θα φέρει θα είναι δική του ευθύνη.
Αλλά ο κόσμος στον οποίο αυτό είναι εφικτό, σφυρηλατήθηκε από κοινού από Ρωσία και ΗΠΑ, ξεκινώντας 23 χρόνια πριν, τονίζει θέμα του New Yorker που συνδέει τα όσα συμβαίνουν σήμερα στην Ουκρανία με όσα οδήγησαν στην διάλυση της Γιουγκοσλαβίας μέσω της ανεξαρτητοποίησης του Κοσόβου.
Στο Κίεβο θεωρούν εν πολλοίς αδιανόητη μία πλήρη στρατιωτική σύρραξη μεταξύ Ουκρανίας και Ρωσίας, που θα περιλάμβανε ακόμη και βομβαρδισμό στόχων στην πρωτεύουσα.Ωστόσο οι συγκρίσεις με το τι συνέβη όταν το ΝΑΤΟ διέλυσε την Γιουγκοσλαβία τροφοδοτώντας τους αλβανόφωνους αυτονομιστές στο Κόσοβο, τροφοδοτούν τα χειρότερα σενάρια – και το ίδιο κάνει και η ρωσική προπαγάνδα, έχοντας ως τεκμήρια το ρόλο των ΗΠΑ, της Ευρώπης και του ΝΑΤΟ στα όσα έγιναν τότε.
Την περασμένη εβδομάδα το κρατικό πρακτορείο ειδήσεων της Ρωσίας Itar Tass παρέθετε τις δηλώσεις του υπουργού Εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ, ότι η Μόσχα διαθέτει και ελέγχει πληροφορίες που θέλουν τους Ουκρανούς ή τρίτες χώρες (ανέφερε ονομαστικά τις ΗΠΑ) να στρατολογούν μισθοφόρους από το Κόσοβο, την Αλβανία και την Βοσνία για να τους στείλουν μεταξύ άλλων στο Ντονμπάς να πολεμήσουν κατά των ρωσόφωνων αυτονομιστών.
«Διασταυρώνουμε αυτές τις πληροφορίες», όπως είπε στο RT.
Μάλιστα στηλίτευσε τις δηλώσεις του νέου Γερμανού καγκελάριου Όλαφ Σολτς ότι η επέμβαση του ΝΑΤΟ στη Γιουγκοσλαβία το 1999 για να σταματήσει η γενοκτονία των Κοσοβάρων Αλβανικής καταγωγής οδήγησε την περιοχή σε μία περίοδο ευημερίας.
«Κάθε άλλο παρά ευημερούν…το Κόσοβο και τμήματα των δυτικών Βαλκανίων έγιναν γόνιμο έδαφος εγκληματικότητας. Εκεί βρίσκεις τρομοκράτες και εμπόρους ναρκωτικών».
Το να λέει κάποιος πως το ΝΑΤΟ εισέβαλε στη Γιουγκοσλαβία με ηθικούς σκοπούς είναι εσφαλμένο και τουλάχιστον ανήθικο…Ξέρουμε καλά τι χρησιμοποιήθηκε ως αφορμή για τον βομβαρδισμό.
Ο Αμερικανός Ουίλιαμ Γουόκερ (σ.τ.σ. τότε ειδικός εκπρόσωπος του ΓΓ του ΟΗΕ στην περιοχή)…συγκέντρωσε δημοσιογράφους και κάμερες και παρουσίασε 30 πτώματα πολιτών βασανισμένων από τους Σέρβους στο χωριό του Ρατσάκ, αλλά έρευνα στη συνέχεια έδειξε ότι ήταν μέλη ενόπλων ομάδων που σκοτώθηκαν σε μάχες, θύμισε ο Λαβρόφ.
Οι αναμνήσεις της επέμβασης του ΝΑΤΟ περιλαμβάνουν βομβαρδισμούς επιβατικών τρένων, κονβόι προσφύγων, της πρεσβείας της Κίνας στο Βελιγράδι, ακόμη και του κτιρίου της κρατικής ραδιοτηλεόρασης. Οι ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ δεν διώχθηκαν ποτέ για τα προφανή εγκλήματα πολέμου, καθώς αρχικά η Λουίζ Αρμπούρ και στη συνέχεια η Κάρλα ντελ Πόντε στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης πρακτικά «έκαναν τα στραβά μάτια», προκειμένου να μην αποσυρθεί η δυτική υποστήριξη στο δικαστήριο.
Ο Πούτιν το έκανε σαφές κατά την κοινή συνέντευξη Τύπου μετά την συνάντηση με τον Γερμανό καγκελάριο Όλαφ Σολτς. Ο τελευταίος είχε υποστηρίξει ότι μετά τον Β΄ Παγκόσμιο η Ευρώπη δεν θυμάται πολέμους, αλλά ο Ρώσος Πρόεδρος δεν τον άφησε να… ξεφύγει:
«Ο καγκελάριος είπε ότι η γενιά του δεν θυμάται κανέναν πόλεμο στην Ευρώπη…Αλλά και εσείς και εγώ θυμόμαστε πόλεμο στην Ευρώπη, τον πόλεμο εναντίον της Γιουγκοσλαβίας, που συμπτωματικά διεξήγαγε το ΝΑΤΟ. Ήταν μια ευρείας κλίμακας στρατιωτική επιχείρηση που περιέλαβε αεροπορικά πλήγματα σε ευρωπαϊκή πρωτεύουσα, το Βελιγράδι. Συνέβησαν αυτά, δεν συνέβησαν;».
Σε σχετικό θέμα του ο NewYorker θυμίζει η επίθεση της Δύσης στη Γιουγκοσλαβία έγινε χωρίς έγκριση του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, με τις χώρες του ΝΑΤΟ που ενεπλάκησαν να την παρουσιάζουν ως «ανθρωπιστική επιχείρηση».
Περιγράφει επίσης πώς στις 24 Μαρτίου του 1999, ο τότε Ρώσος πρωθυπουργός Γεβγκένι Πιμακόφ βρισκόταν εν πτήσει προς τις ΗΠΑ για να διαπραγματευτεί με το ΔΝΤ καλύτερους όρους αποπληρωμής των χρεών δισεκατομμυρίων της σοβιετικής περιόδου. Από το αεροσκάφος μίλησε με τον τότε αντιπρόεδρο των ΗΠΑ Αλ Γκορ εκλιπαρώντας να ανακληθούν οι διαταγές για αεροπορικά πλήγματα.
Ο Γκορ τον άφησε να περιμένει τρεις ώρες, για να απαντήσει τελικά ότι η επίθεση είναι αδύνατο να ανακληθεί και ότι δεν πέφτει λόγος στη Μόσχα. Το αεροσκάφος του Πριμακόφ έκανε αναστροφή, γύρισε στη Μόσχα και οι «καλές σχέσεις» με τη Δύση αποτέλεσαν παρελθόν. Το 2000, ανήλθε στην προεδρία της Ρωσίας ο Βλαντίμιρ Πούτιν…
Σήμερα, λέει ο NewYorker, η μακρόχρονη επιχείρηση τρομοκράτησης της Ουκρανίας από τον Πούτιν μοιάζει μια πολύ καθυστερημένη απάντηση στην επέμβαση του ΝΑΤΟ στο Κόσοβο.
Πρόεδροι και πρωθυπουργοί κάνουν ουρές για να του μιλήσουν, ο Μακρόν πήγε στη Μόσχα και έκατσε πέντε ώρες στο τραπέζι, ακολούθησε αμέσως μετά ο Σολτς, ο Μπάιντεν τον αναζητά στο τηλέφωνο – και μετά από κάθε συζήτηση μοιάζει να ενισχύεται η εντύπωση ότι τίποτε δεν μπορεί να τον σταματήσει.
Η αναγνώριση των de facto αυτόνομων περιοχών των ρωσόφωνων στην ανατολική Ουκρανία ως ανεξάρτητων κρατών, πρακτικά τα φέρνει σε καθεστώς αντίστοιχο με αυτό που είχε το Κόσοβο μετά τους βομβαρδισμούς του ΝΑΤΟ στην Γιουγκοσλαβία.