Το αποτέλεσμα της διαπραγμάτευσης μεταξύ Βρετανίας και Κύπρου απέδωσε ένα νέο Πρωτόκολλο για το καθεστώς των βάσεων στην Κύπρο. Το Πρωτόκολλο αυτό είναι αναπόσπαστο μέρος του Προσχεδίου της Συμφωνίας Εξόδου της Βρετανίας από την ΕΕ.
Ουσιαστικά, το νέο Πρωτοκόλλου κατοχυρώνει στη Βρετανία δικαιώματα άσκησης ελέγχου και εφαρμογής μέρους του κοινοτικού κεκτημένου που αφορά πολίτες της Κυπριακής Δημοκρατίας και άλλους πολίτες που διαμένουν στις βάσεις.
Όπως επίσης, με το νέο Πρωτόκολλο διευρύνονται παλαιότερα και παράγονται νέα προνόμια της Βρετανίας στις βάσεις. Τόσο η διαδικασία διαπραγμάτευσης όσο και το αποτέλεσμά της, στο πλαίσιο του νέου Πρωτοκόλλου, παρουσιάζουν ορισμένα προβλήματα, μερικά από τα οποία συνοψίζονται πιο κάτω:
1.Η πομπώδης αναφορά σε διασφάλιση των δικαιωμάτων 11 χιλιάδων πολιτών που διαμένουν στις βάσεις είναι προβληματική για τρεις λόγους:
Πρώτο, τα δικαιώματα του Ευρωπαίου πολίτη που έχουν οι Κύπριοι κάτοικοι των βάσεων δεν μπορούν να αμφισβητηθούν ούτε και αμφισβητήθηκαν για να είναι αντικείμενο διασφάλισης.
Δεύτερο, σύμφωνα με πρόνοιες της Συνθήκης Εγκαθίδρυσης, αλλά και την πάγια πρακτική που επικρατεί, οι Κύπριοι-Ευρωπαίοι πολίτες που κατοικούν στις βάσεις απολαύουν ίσων δικαιωμάτων και υποχρεώσεων όπως και όλοι οι πολίτες της Δημοκρατίας.
Τρίτο, ουδέποτε η Βρετανία έκφρασε άποψη για κάτι διαφορετικό, αλλά αντίθετα έχει συμφέρον να μην αμφισβητηθεί το καθεστώς των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων των Κύπριων πολιτών που κατοικούν στις βάσεις.
Το ουσιώδες αντικείμενο της διαπραγμάτευση και του νέου Πρωτοκόλλου ήταν η αποδοχή και επιβεβαίωση της συνέχισης των αποικιακών προνομίων της Βρετανίας στην Κύπρο και των μη δικαιωμάτων και δικαιοδοσίας της Κυβέρνησης της Κυπριακής Δημοκρατίας στην επικράτεια των βρετανικών βάσεων, κάτι που η τελευταία αποδέχθηκε ως τη βάση της διαβούλευσης.
2.Με το νέο Πρωτόκολλο η Κυπριακή Δημοκρατία αποδέχεται (οικειοθελώς) την «κυριαρχία» της Βρετανίας επί της εφαρμογής προνοιών δικαίου, δικαιωμάτων των Κύπριων πολιτών και μέρους του κοινοτικού δικαίου στις στρατιωτικές βάσεις που διατηρεί η δεύτερη στην Κύπρο.
3.Η Δημοκρατία διαπραγματεύτηκε μαζί με τη Βρετανία, τους ευνοϊκότερους για την δεύτερη όρους σε σχέση με το καθεστώς των βρετανικών βάσεων, στο πλαίσιο της συμμετοχής της Κύπρου στην ΕΕ και των δικαιωμάτων που απορρέουν από το γεγονός αυτό για τους πολίτες της που διαμένουν ή εργάζονται εκεί. Όσον αφορά το κοινοτικό δίκαιο, αυτό δεν είναι αντικείμενο διμερούς διαπραγμάτευσης.
Είναι εγχώριο (αναγκαστικό) δίκαιο για τη Δημοκρατία και άμεσα εφαρμόσιμο και για όλους τους πολίτες της (και για αυτούς που διαμένουν στις βάσεις). Η Κυβέρνηση της Κύπρου ουσιαστικά αποδέχθηκε όπως η Βρετανία αποκτήσει δικαιώματα ελέγχου και εφαρμογής προνοιών του κοινοτικού δικαίου στις βρετανικές βάσεις που αφορούν πολίτες της.
4.Το νέο Πρωτόκολλο δεν διασφαλίζει μόνο τα προνόμια τα οποία επέβαλε η Βρετανία στο παρελθόν, αλλά τα διευρύνει ακόμη περισσότερο. Στο πλαίσιο των ενταξιακών διαπραγματεύσεων της ΚΔ με την ΕΕ (1998-2002), το ζήτημα του καθεστώτος των βάσεων συζητήθηκε σύμφωνα με το δεσμευτικό πρωτογενές κοινοτικό δίκαιο, το οποίο αφορούσε το Άρθρο 299(6)(β) της Συνθήκης Εγκαθίδρυσης της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, σχετικά με την μη εφαρμογή των προνοιών της Συνθήκης εκείνης στις βρετανικές βάσεις.
Στο πλαίσιο της εξόδου της Βρετανίας από την ΕΕ, δεν υπήρχε καμία δέσμευση από μέρους της Κυπριακής Δημοκρατίας, αλλά μόνο υποχρέωση (και της ΕΕ) για διασφάλιση των κεκτημένων δικαιωμάτων όλων των πολιτών της, σε περίπτωση αμφισβήτησης από τη Βρετανία.
Η Κυβέρνηση της Κύπρου, αντί διεκδίκησης των δικαιωμάτων και των υποχρεώσεών της, επέλεξε να αποδεχθεί εκτελεστικές «κυρίαρχες» αρμοδιότητες της Βρετανίας στις βάσεις που αφορούν το κοινοτικό δίκαιο και τα δικαιώματα των πολιτών της.
- Η αναφορά σε «εξωτερικά σύνορα» των βάσεων είναι πολύ προβληματική. Στη Συνθήκη Εγκαθίδρυσης δεν υπάρχει αναφορά σε σύνορα (borders) των βάσεων, αλλά σε όρια (boundaries) της επικράτειας τους. Αναφορά σε «εξωτερικά σύνορα» εισάχθηκε ατυχώς στο Πρωτόκολλο 3, υπό συνθήκες πίεσης από τους Βρετανούς πριν από την ένταξη της ΚΔ στην ΕΕ.
Δεν υπήρχε καμία δέσμευση της Κυπριακής Δημοκρατίας να αποδεχθεί τον όρο αυτό και στο νέο Πρωτόκολλο, αφού η διαπραγμάτευση αφορούσε σε ένα εντελώς διαφορετικό πλαίσιο.
Γιατί κάνει αποδεχτή την αναφορά αυτή η Κυπριακή Δημοκρατία; Γιατί συμπεριλαμβάνεται και στον τίτλο του Άρθρου 7 του νέου Πρωτοκόλλου;
Το πρόβλημα οξύνεται ακόμη περισσότερο όταν η Κυπριακή Δημοκρατία έχει αποδεχθεί την ύπαρξη «εξωτερικού συνόρου» ανάμεσα στις βάσεις και τις κατεχόμενες περιοχές. Η αποδοχή αυτή δημιουργεί δύο νέα (ιδιαζόντως προβληματικά) «εξωτερικά σύνορα» στην Κύπρο.
- H αποδοχή από μέρους της Κυπριακής Δημοκρατίας του «δικαιώματος» της Βρετανίας να επιτρέπει την εισδοχή αιτητών ασύλου και λαθρομεταναστών στην Κύπρο μέσω των βάσεων (Άρθρο 7(3)) είναι εξίσου προβληματική.
Αυτή η πρόνοια υπήρχε και στο Πρωτόκολλο 3, αλλά ουδεμία δέσμευση υπήρχε για συνέχιση της υπό τις νέες συνθήκες, ούτε και προσδίδει κάποιου είδους αμοιβαιότητα ανάμεσα στα δύο μέρη.
Υπάρχουν και δύο άλλα συναφή προβλήματα:
–Γιατί η Κυπριακή Δημοκρατία έχει αποδεχθεί υποχρέωση να συνεργάζεται με τις «αρχές» των βάσεων για το ζήτημα αυτό;
–Γιατί κάνει αποδεκτή τη «νομοθεσία» των βάσεων επί του ζητήματος αυτού;
Τα σημεία αυτά είναι παραδείγματα διεύρυνσης των δικαιωμάτων της Βρετανίας στην Κύπρο, πέρα από τις πρόνοιες της Συνθήκης Εγκαθίδρυσης.
- Η Κυπριακή Δημοκρατία έχει αποδεχθεί όπως η Βρετανία είναι υπεύθυνη για την εφαρμογή και εκτέλεση του λεγόμενου Κανονισμού της Πράσινης Γραμμής (866/2004) στις βάσεις. Ο ρόλος των αρχών της Κυπριακής Δημοκρατίας για το ζήτημα αυτό περιορίζεται σε άσκηση υγειονομικών και άλλων σχετικών ελέγχων, μόνο όμως μετά από πρόσκληση της Βρετανίας. Είναι ιδιαίτερα προβληματικό το γεγονός ότι η Βρετανία έχει «αναλάβει» αυτή την «αρμοδιότητα».
Πρώτο, οι βάσεις, αφού έχουν λάβει το καθεστώς του «εξωτερικού συνόρου» με τις κατεχόμενες περιοχές και αφού έχουν κατοχυρωθεί «σημεία διέλευσης» προς τις βάσεις (αλλά όχι προς τη Δημοκρατία), ασκούν αρμοδιότητα εφαρμογής και εκτέλεσης του Κανονισμού, ο οποίος αφορά όμως σε σημεία διέλευσης στην πράσινη γραμμή, τα οποία καθορίζει η Κυπριακή Δημοκρατία και τα οποία δεν είναι σε καμία περίπτωση και υπό καμία έννοια «εξωτερικά σύνορα».
Δεύτερο, η «αρμοδιότητα» της Βρετανίας να εφαρμόζει τον Κανονισμό 866/2004 στα «σημεία διέλευσης» του «εξωτερικού συνόρου» των βάσεων με τα κατεχόμενα, κατοχυρώνεται με πρόνοια του νέου Πρωτοκόλλου (Άρθρο 2(8)), χωρίς κάποια λεπτομερή συμφωνία και χωρίς δυνατότητα άσκησης ελέγχου από τη ΚΔ σε οποιοδήποτε στάδιο.
Τρίτο, όποια προϊόντα περάσουν στις βάσεις θα μπορούν να περνούν αυτόματα και στην ελεύθερη επικράτεια της ΚΔ, χωρίς δυνατότητα άλλου ελέγχου από τις αρχές της τελευταίας.
Τέταρτο, η Βρετανία αποκτά δικό της καθεστώς στο πλαίσιο εφαρμογής του Κανονισμού αυτού στις βάσεις, αφού σύμφωνα με το Άρθρο 9(2) του νέου Πρωτοκόλλου, η Επιτροπή αναλαμβάνει την υποχρέωση να διαβουλεύεται με τη Βρετανία για ενδεχόμενες αλλαγές επί του Κανονισμού στο μέλλον.
Με άλλα λόγια, η Κυπριακή Δημοκρατία έχει αποδεχθεί την χωρίς όρους ανάληψη από μέρους της Βρετανίας δικαιωμάτων και υποχρεώσεων της για εφαρμογή του Κανονισμού αυτού (δηλαδή εφαρμογή κοινοτικού δικαίου άμεσου ενδιαφέροντος και συμφέροντος), χωρίς δικό της άμεσο έλεγχο και χωρίς να έχει εκτιμήσει ορθά τα ρίσκα και τους κινδύνους.
- Όλες οι πρόνοιες του κοινοτικού δικαίου που θα εφαρμόζονται στις βάσεις και θα αφορούν σε δασμούς και στην κοινή εμπορική πολιτική της ΕΕ, συμπεριλαμβανομένων και προνοιών του κοινοτικού δικαίου που αφορούν στους τελωνιακούς ελέγχους για συγκεκριμένα προϊόντα ή για συγκεκριμένους σκοπούς, θα εκτελούνται από τη Βρετανία.
Με απλά λόγια, το καθεστώς τελωνειακής επικράτειας που αφορά τις βάσεις και σε όποιο βαθμό τις αφορά, θα ελέγχεται από τη Βρετανία και όχι από την Κυπριακή Δημοκρατία.
Η αρμοδιότητες της Δημοκρατίας σε σχέση με το καθεστώς τελωνειακής επικράτειας των βάσεων, περιορίζεται στην εφαρμογή των άρθρων 34, 35 και 36 της Συνθήκης για την Λειτουργία της ΕΕ, σε σχέση με μέτρα που λαμβάνονται σύμφωνα με το Άρθρο 114 της ίδιας Συνθήκης (Άρθρο 2(10) του νέου Πρωτοκόλλου).
- Η Κυπριακή Δημοκρατία έχει αποδεχθεί μία σειρά από εξαιρέσεις στην εφαρμογή του καθεστώτος τελωνειακής επικράτειας στις βάσεις (Άρθρο 2(6)) προς όφελος της Βρετανίας.
Με τον τρόπο αυτό, η τελευταία εξασφάλισε την συναίνεση της Δημοκρατίας στην επικαιροποίηση όλων των προνομίων που επέβαλε η Βρετανία στη Συνθήκη Εγκαθίδρυσης και αφορούν τη διασφάλιση των συμφερόντων της στο πεδίο των αδασμολόγητων προϊόντων.
- Η Κυπριακή Δημοκρατία αποδέχθηκε όπως η Βρετανία έχει την αποκλειστική ευθύνη εφαρμογής και εκτέλεσης του νέου Πρωτοκόλλου. Το Πρωτόκολλο προνοεί όπως η Κυπριακή Δημοκρατία έχει ευθύνη εφαρμογής μόνο των Άρθρων 3 και 6 του Πρωτοκόλλου και της παραγράφου 10 του Άρθρου 2. Για το τελευταίο έχει γίνει αναφορά πιο πάνω.
Το Άρθρο 3 αφορά στην έμμεση φορολογία και το Άρθρο 6 στη γεωργία, αλιεία και σε κτηνιατρικούς και φυτοϋγειονομικούς κανόνες. Όσον αφορά τα ζητήματα φορολογίας, σημειώνεται ότι, σύμφωνα με το Άρθρο 4 του νέου Πρωτοκόλλου, υπάρχουν πρόνοιες για φοροαπαλλαγές προς όφελος της Βρετανίας και των βάσεων.
Τα δέκα πιο πάνω σημεία κατατίθενται προς προβληματισμό……..
Τόσο η διαπραγμάτευση όσο και οι στόχοι που τέθηκαν θα έπρεπε να σχεδιαστούν και να εκτελεστούν διαφορετικά. Έπρεπε να ληφθεί υπόψη το κλίμα που επικρατούσε, την σχετικά αδύναμη θέση της Βρετανίας στην ευρύτερη διαπραγμάτευση του Brexit, την εσωτερική αστάθεια στη Βρετανία, την γενική αβεβαιότητα.
Ειδικότερα, στόχος θα έπρεπε να ήταν η άσκηση αποκλειστικού και ανεμπόδιστου ελέγχου και εφαρμογής του κοινοτικού κεκτημένου για τους πολίτες της Δημοκρατίας που κατοικούν στις βάσεις από την ίδια Κυπριακή Δημοκρατία, ως κράτος μέλος της Ένωσης, και όχι από ένα προβληματικό και ιδιόμορφο καθεστώς στις βάσεις.
Αρνητικές αναφορές που επιβλήθηκαν στο Πρωτόκολλο 3 (π.χ. αναφορές σε «εξωτερικά σύνορα» των βάσεων ή σε δικαίωμα αποδοχής αιτητών ασύλου και λαθρομεταναστών) έπρεπε να θεωρηθούν εκτός διαπραγμάτευσης.
Η Βρετανία δεν μπορούσε να αναλάβει το ρίσκο να δημιουργηθεί ένταση και αβεβαιότητα στην περιοχή των βάσεων. Χάθηκε μία ιστορική ευκαιρία ενός ειλικρινούς διαλόγου, ο οποίος θα απέβλεπε σε ένα λογικό και αμοιβαία αποδεκτό αποτέλεσμα για το κυριαρχικό δικαίωμα της Κυπριακής Δημοκρατίας να ασκεί αποτελεσματικό έλεγχο και εφαρμογή του κοινοτικού δικαίου για όλους του πολίτες της.
Όπως επίσης χάθηκε μία ιστορική ευκαιρία για να βοηθηθεί το Λονδίνο να αναγνωρίσει αναγκαία κυριαρχικά δικαιώματα στην Κυπριακή Δημοκρατία, με τρόπο αμοιβαία επωφελή.