Οι εξελίξεις τρέχουν αυτή την στιγμή πιο γρήγορα από όσο επιτρέπεται να διαφανεί.
Ελλάδα και Τουρκία διεξάγουν εντατικές διαβουλεύσεις προκειμένου να συμφωνήσουν το πλαίσιο της διαπραγμάτευσης που θα αρχίσει εν όψει νέου γύρου διερευνητικών επαφών σε ανώτατο επίπεδο αυτή την φορά.
Με επικεφαλής διπλωμάτες συνεργάτες των κυρίων Μητσοτάκη και Ερντογάν όπως η Ελένη Σουρανή και ο Ιμπραχίμ Καλίν και όχι στελέχη της γραφειοκρατίας των δύο Υπουργείων Εξωτερικών.
Πέραν αυτών όμως η έναρξη του διαλόγου στο ουδέτερο έδαφος του Βερολίνου θα γίνει ως φαίνεται συμβολικά σε ανώτατο επίπεδο μεταξύ του Έλληνα πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη και του Τούρκου Προέδρου Ταγίπ Ερντογάν.
Αυτό τουλάχιστον υποστηρίζει στην τελευταία του έκδοση το έγκυρο «Εconomist». Συγκεκριμένα σε άρθρο με τον τίτλο «Η Ελλάδα και η Τουρκιά αποφεύγουν την σύγκρουση, προς το παρόν» αναφέρει, μεταξύ άλλων, και τα εξής:
«Το Δίκαιο της Θάλασσας δεν προσφέρει ξεκάθαρες λύσεις στην Μεσόγειο. ‘Καλά επιχειρήματα μπορούν να προβληθούν και από τις δύο πλευρές’, λέει η Brenda Shaffer, ειδική στα ενεργειακά του Ατλαντικού Συμβουλίου, προσθέτοντας ότι τέτοιες διαφορές συνήθως καταλήγουν να επιλύονται με την βία ή με συμφωνία.
Μια συμφωνία φαίνεται εφικτή. Μετά από τηλεφωνική κλήση μεταξύ της Άγκελα Μέρκελ, της Γερμανίδας Καγκελλαρίου και του κ. Ερντογάν, η Τουρκία δήλωσε στις 28 Ιουλίου ότι θα αναστείλει τα σχέδια για γεώτρηση στο Καστελλόριζο και θα δώσει την ευκαιρία στις συνομιλίες. Το Oruc Reis έμεινε δεμένο στο λιμάνι.
Σε αντάλλαγμα, ο Κυριάκος Μητσοτάκης, ο Έλληνας πρωθυπουργός, προσφέρθηκε να συναντήσει τους Τούρκους στο Βερολίνο, εάν επικρατήσει ηρεμία στο Αιγαίο για το υπόλοιπο καλοκαίρι.
Αυτό είναι σχεδόν εγγυημένο. Ωστόσο, η προθυμία της κ. Μέρκελ να εμπλακεί σε ένα από τα πιο περίπλοκα θέματα της νότιας Ευρώπης είναι ένα καλό σημάδι».
Η πληροφορία που δημοσιεύεται είναι απολύτως συγκεκριμένη: Το αντάλλαγμα που προσφέραμε ως Ελλάδα για την αναστολή ερευνών του Ορούτς Ρέις είναι η έναρξη απ’ ευθείας διαλόγου σε ανώτατο επίπεδο μεταξύ ηγετών στο Βερολίνο. Μένει να ρυθμισθούν οι όροι.
Εξέλιξη με την οποία συμφωνούν επί της αρχής οι λαοί (για το πλαίσιο θα δούμε), συμφώνως προς έρευνα της Καπα Research. Η έρευνα που έγινε παραλλήλως στις δύο χώρες καταδεικνύουν το γεγονός ότι Έλληνες και Τούρκοι δεν επιθυμούν οι διαφορές να λυθούν με την χρήση όπλων αλλά με εντατικό διάλογο.
Ειδικότερα το 46% των Ελλήνων και το 35% τα των Τούρκων που συμμετείχαν στην έρευνα δηλώνουν ότι συμφωνούν με την χρήση στρατιωτικών μέσων. Αντίθετη άποψη ωστόσο έχει η πλειοψηφία – και στις δύο χώρες – καθώς το 52% και το 57% Ελλήνων και Τούρκων αντιστοίχως προτιμούν την εξάντληση κάθε περιθωρίου διαλόγου για την επίλυση των διαφορών.
Ενδιαφέρον έχουν και οι απόψεις των δύο λαών για το φλέγον θέμα της μετατροπής της Αγίας Σοφίας σε τζαμί. Ως ανεμένετο το 86% των Ελλήνων δηλώνει ότι η Τουρκία όφειλε να διατηρήσει το καθεστώς του μουσείου, ενώ το 10% θεωρεί ότι η γειτονική χώρα είχε κάθε δικαίωμα να την μετατρέψει σε τζαμί.
Η τουρκική κοινωνία όμως εμφανίζεται διχασμένη αφού το 49% επικροτεί την απόφαση του Ερντογάν και το 45% θα ήθελε η Αγία Σοφία να παραμείνει μουσείο πολιτιστικής κληρονομιάς.
Επίσης δεν αποτελούν έκπληξη τα στοιχεία της έρευνας ως προς το θέμα της εκμετάλλευσης των φυσικών πόρων στην νοτιοανατολική Μεσόγειο. Μόλις το 3% πιστεύει ότι η Τουρκία έχει δικαιώματα σε Αιγαίο και ανατολική Μεσόγειο, ενώ το 91% θεωρεί ότι οι τουρκικές έρευνες στην περιοχή παραβιάζουν το διεθνές δίκαιο και πλέον η Τουρκία έχει καταστεί παράγοντας αστάθειας στην περιοχή.
Αντιστοίχως το 10% των Τούρκων πιστεύει ότι η έρευνες που διεξάγει η χώρα τους είναι παράνομες ενώ το 81% εκτιμά ότι η Άγκυρα έχει δικαιώματα στο Αιγαίο.
Όσον αφορά τους ηγέτες, το 95% των Ελλήνων έχει αρνητική ή μάλλον αρνητική άποψη για τον Τούρκο Πρόεδρο. Στην Τουρκία, αρνητική ή μάλλον αρνητική άποψη έχει για τον Ερντογάν το διόλου ευκαταφρόνητο 55% των Τούρκων! Από την άλλη, ο Κυριάκος Μητσοτάκης χαίρει αποδοχής σε ποσοστό 53% στην Ελλάδα και μόλις 9% στην Τουρκία.
Όσο αφορά τους ηγέτες των άλλων χωρών φαίνεται πως στην Ελλάδα πιο συμπαθείς είναι οι Εμμανουέλ Μακρόν (76% θετική γνώμη) και Βλαντιμήρ Πούτιν (31% θετική γνώμη), ενώ οι πιο αντιπαθείς είναι οι Ντόναλντ Τραμπ (82%) και Μπόρις Τζόνσον (83%).
Στην Τουρκία, πιο αγαπητοί είναι η Άγγελα Μέρκελ και ο Βλαντιμήρ Πούτιν και οι πιο αντιπαθείς είναι οι Μακρόν και Τραμπ.
Πηγή: «ΕΣΤΙΑ»