Τον Πρόδρομο Μαυρίδη της Siemens αναφέρει ως κέντρο της αλυσίδας ξεπλύματος μαύρου χρήματος και μιζών στην απολογία του ο Ελβετός τραπεζίτης και εμπλεκόμενος στο σκάνδαλο των εξοπλιστικών προγραμμάτων και κατηγορούμενος για ξέπλυμα βρώμικου χρήματος, Ζαν Κλοντ Όσβαλντ. «Δίνει» επίσης και τον άλλοτε συνεργάτη του, Φάνη Λυγινό.
Ειδικότερα, κατά την απολογία του ενώπιον των ανακριτών Βασιλικής Μπράτη, Νίκου Τσιρώνη και Χριστόφορου Μάρκου ο 55χρονος τραπεζίτης περιγράφει με λεπτομερείς τις μεταφορές χρημάτων μέσω offshore, την προσέλκυση πελατών μέσω μεγαλόσχημων δικηγόρων, αλλά και την ανοχή σε καταθέσεις εκατομμυρίων ευρώ.
Κεντρικό πρόσωπο στο ξέπλυμα σύμφωνα με την απολογία Όσβαλντ είναι ο Πρόδρομος Μαυρίδης (σ.σ χειριζόταν τα μαύρα ταμεία της Siemens), ο οποίος προθυμοποιούνταν να στείλει τα μετρητά που του παραδίδονταν από τα εξοπλιστικά στους λογαριασμούς του στην Ελβετία.
Αξίζει να σημειωθεί ότι ο Όσβαλντ ομολογεί ότι εκείνος ήταν αυτός που έδωσε τα χρήματα με τις μίζες στον Μαυρίδη.
«Εγώ έδωσα τα 500.000 ευρώ στον Μαυρίδη, σε μετρητά με φάκελο. Ο Μαυρίδης ήταν δικός μου πελάτης. Οι πελάτες γνώριζαν ότι θα γίνει μεταφορά, αλλά δεν γνωρίζονταν μεταξύ τους. Ο πελάτης της τράπεζας χρειαζόταν μετρητά στην Ελλάδα από τον λογαριασμό του, που τηρούσε στην Ελβετία».
Στη συνέχεια παραδέχεται ότι γνώρισε «κοινωνικά και τον άλλον εμπλεκόμενο στην υπόθεση ξεπλύματος, τον δικηγόρο Σπύρο Μεταξά» και όπως λέει, τον γνώρισε ως δικηγόρο του Κάντα.
Εκτός Μαυρίδη, ο Όσβαλντ «στοχοποιεί» και τον Φάνη Λυγινό (σ.σ ήταν ο τραπεζίτης στην ομάδα Όσβαλντ που έπαιρνε μετρητά από μίζες και μαύρο χρήμα και τα έδινε στον Μαυρίδη).
«Αρνούμαι ότι εξαιτίας του λόγου ότι ο κ. Λυγινός ήταν μέλος της ομάδας μου γνώριζα κάθε πράξη που εκτελούσε για λογαριασμό των πελατών. Εξάλλου ο κ. Λυγινός είχε επισκεφθεί την Ελλάδα μόνος του και χωρίς την παρουσία μου πολλές φορές. Ο τελευταίος έχει διαμέρισμα στην Αθήνα και έμενε για εβδομάδες.
Άρα δεν ήταν δυνατόν να γνωρίζω τις ενέργειές του και δεν ήμουν συνεχώς μαζί του…..Δεν είχα γνώση για τυχόν παράνομη προέλευση των χρημάτων που διακινήθηκαν στους λογαριασμούς του κ. Κάντα ή οποιουδήποτε άλλου. Ο κ. Κάντας ήταν πελάτης του κ. Λυγινού και όπως προκύπτει από το έγγραφο profil του ήταν ήδη πελάτης του τα τελευταία 6 χρόνια», λέει ο 55χρονος Ελβετός τραπεζίτης.
«Τον κ. Τούμπα δεν τον γνωρίζω. Έχω ακούσει το όνομα Μπαρτζώκας (σ.σ.: εμπλεκόμενος σύμφωνα με τον κ. Κάντα σε μίζες εξοπλιστικών για ρωσικά συστήματα) και είναι πελάτης, αλλά δεν γνωρίζω αν είναι πελάτης της Dresdner ή της Paribas.
Τέτοιου είδους μεταφορές χρημάτων γίνονταν και μέσω offshore εταιρειών, που για τις ελβετικές τράπεζες ήταν σαν να ήταν φυσικά πρόσωπα, διότι γνώριζαν τους δικαιούχους (beneficial owners).
Συνέβαινε μόνο με εξωχώριες εταιρείες που οι πραγματικοί τους δικαιούχοι ήταν γνωστοί στην τράπεζα. Η πρακτική της τράπεζας δεν αναλάμβανε τη σύσταση offshore εταιρειών. Αυτό γινόταν από θυγατρική εταιρεία της τράπεζας»….συνεχίζει.
Αποκαλυπτικός είναι και για τον τρόπο που λειτουργούσε ως τραπεζικό στέλεχος:
«Η ομάδα μου αποτελούμενη από τραπεζικούς υπαλλήλους πήγαινε στις χώρες στις οποίες είχαμε αρμοδιότητα, δηλαδή σε ολόκληρη την Ευρώπη, και έβρισκε ανθρώπους υψηλού εισοδήματος προκειμένου να τους καταστήσει πελάτες της τράπεζας.
Μπορούσα και εγώ να έχω απευθείας επαφή με πελάτες. Παράλληλα η ομάδα μου χειριζόταν τα χαρτοφυλάκια των ήδη υφισταμένων πελατών της τράπεζας. Εγώ όριζα τους στόχους, τα ταξίδια, τους μισθούς και τα bonus. Αναφερόμουν στη διοίκηση της τράπεζας»…..τονίζει ο Όσβαλντ.
Η απολογία σε Τσιρώνη – Μάρκου
Διαδικασίες-εξπρές για το άνοιγμα λογαριασμών και τη μεταφορά εμβασμάτων περιγράφει στην απολογία του ενώπιον των δύο ανακριτών ο Ζαν-Κλοντ Οσβαλντ:
«Εκείνη την εποχή», ομολογεί, «δεν υπήρχαν διαδικασίες, τα χρήματα πιστώνονταν απευθείας στον λογαριασμό που απευθύνονταν.
Στη συνέχεια το αρμόδιο τμήμα ενημέρωνε τον υπεύθυνο διαχειριστή του λογαριασμού για το έμβασμα. Από κάποιο χρονικό διάστημα που όμως δεν θυμάμαι, η διαδικασία αυτή άλλαξε κατά το ότι ο υπεύθυνος διαχειριστής του λογαριασμού έπρεπε να δικαιολογήσει την προέλευση του εμβάσματος στο τμήμα κανονιστικής συμμόρφωσης της τράπεζας».
Στη συνέχεια ομολόγησε ότι επισκέφθηκε την Ελλάδα έξι φορές στη διάρκεια των 10 χρόνων, ενώ ο Λυγινός περισσότερες. Πρόσθεσε ότι πολλοί Έλληνες ήταν πελάτες του Λυγινού, ενώ ο πελάτης είχε την ευχέρεια να επιλέξει σε ποιον τραπεζίτη θα απευθυνθεί.
{jcomments on}