Δύσκολα θα βρούμε στην πρόσφατη Πολιτική Ιστορία της Ελλάδας, Υπουργό Εξωτερικών να μην έχει λόγο για τα…Ελληνοτουρκικά. Ως συνήθως τα νέα τα μάθαμε από την Τουρκική πλευρά.
«Το σημαντικότερο θέμα που συμφωνήσαμε ήταν αυτό. Με την Ελλάδα θα συνεννοούμαστε όχι μέσω άλλων κρατών, οργανισμών αλλά μέσω του ειδικού απεσταλμένου μου Ιμπραχίμ Καλίν, και την ειδική απεσταλμένη του Μητσοτάκη κυρία Ελένη Σουρανή και θα κάνουμε τα βήματά μας»…είπε ο Τούρκος Πρόεδρος μιλώντας για την συνάντησή του με τον Έλληνα Πρωθυπουργό.
Από την πρώτη στιγμή είχαμε αναφερθεί ότι η συνάντηση των Βρυξελλών είναι η συνέχεια του Βερολίνου.
Ο Ν. Δένδιας ήταν και πάλι απών. Πλέον συν-αποφασίστηκε η συνεννόηση για την εξέλιξη στα Ελληνοτουρκικά να γίνεται σε απευθείας συνεννόηση Ερντογάν-Μητσοτάκη, και πρακτικά μεταξύ Καλίν και Σουρανή.
Άρα ο Ν. Δένδιας είναι έξω από την διαπραγμάτευση, η οποία στόχο έχει να οδηγηθούμε έως το τέλος του έτους σε μία συμφωνία.
Το ίδιο ισχύει και για τον Μ. Τσαβούσογλου, αλλά στην Τουρκία υπάρχει άλλο καθεστώς. Έτσι επιβεβαιώνονται όσοι εκτιμούσαν ότι οι σχέσεις του Ν. Δένδια με τον Κ. Μητσοτάκη δεν είναι και καλύτερες.
Πάνω απ’ όλα όμως, οι εξελίξεις δείχνουν ότι ο Κ. Μητσοτάκης αναλαμβάνει πλήρως την ευθύνη για τα όσα θα έχει συμφωνήσει με τον Ερντογάν.
Η κλεψύδρα αδειάζει
Αν ο κ. Μητσοτάκης δεν βιαστεί, όλοι – με πρώτες τις ξένες κυβερνήσεις – θα πιστεύουν ότι υφίσταται κυβερνητική διγλωσσία με διάσταση απόψεων μεταξύ Πρωθυπουργού και Υπουργού Εξωτερικών.
Όπως συνέβη μεταξύ Κωνσταντίνου Καραμανλή και Γεωργίου Μαύρου στο Κυπριακό το 1974 (με ευθύνη του δευτέρου) και μεταξύ Κωνσταντίνου Μητσοτάκη και Αντώνη Σαμαρά στο Μακεδονικό το 1992 (με ευθύνη του πρώτου).
Ένα παρόμοιο λάθος από τον σημερινό Πρωθυπουργό θα έχει πολλαπλάσιες συνέπειες και μέγιστο – δυσβάσταχτο ή αβάσταχτο – ιστορικό βάρος.