Η Παγκόσμια Ημέρα Κατά του Καρκίνου καθιερώθηκε με πρωτοβουλία της Διεθνούς Ένωσης κατά του Καρκίνου (UICC), που εκπροσωπεί 280 οργανώσεις σε 90 χώρες του κόσμου.
Η εκστρατεία ενημέρωσης κάθε χρόνο στις 4 Φεβρουαρίου δίνει έμφαση στην πρόληψη και στη διαπίστωση ότι το 43% των καρκίνων μπορούν να αποφευχθούν με τις εξής προϋποθέσεις:
-Περιβάλλον χωρίς τσιγάρο για τα παιδιά και τους νέους.
-Φυσική άσκηση, ισορροπημένη διατροφή, υγιεινή δίαιτα και αποφυγή παχυσαρκίας.
-Αποφυγή υπερβολικής έκθεσης στον ήλιο.
-Πληροφόρηση για τα εμβόλια που προλαμβάνουν μορφές καρκίνου.
Με τη λέξη «καρκίνο» χαρακτηρίζουμε ένα σύμπλεγμα νόσων που σχετίζονται με τον ανεξέλεγκτο πολλαπλασιασμό και την ανοργάνωτη ανάπτυξη των προσβεβλημένων κυττάρων. Ο καρκίνος είναι η πρώτη αιτία θανάτου παγκοσμίως.
Κάθε χρόνο 7 εκατομμύρια άνθρωποι χάνουν τη ζωή τους και 11 εκατομμύρια νοσούν, το 70% των οποίων σε χώρες μέσου και χαμηλού εισοδήματος.
Αναμονή μηνών, με αποτέλεσμα οι ασθενείς με καρκίνο να «λιμνάζουν» στις λίστες αναμονής, απίστευτη ταλαιπωρία ανθρώπων «λαβωμένων» από την ασθένεια για εξεύρεση φαρμάκων, έλλειψη ξενώνων για τη φιλοξενία ασθενών με καρκίνο, αδιαφορία του κράτους απέναντι στον ασθενή, αλλά και έλλειψη πολιτικής για την πρόληψη και έγκαιρη διάγνωση που σώζει ζωές σε πολλούς από τους πιο συχνούς καρκίνους, συνθέτουν την πραγματικότητα που ζει στην Ελλάδα ο καρκινοπαθής ασθενής.
Στη χώρα μας διαγιγνώσκονται ετησίως περίπου 40.000 νέα περιστατικά καρκίνων και 28.000 θάνατοι. Τον «Γολγοθά» των συγκεκριμένων ασθενών περιέγραψαν οι εκπρόσωποι της Ελληνικής Αντικαρκινικής Εταιρίας, με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα κατά του Καρκίνου.
Ο γενικός γραμματέας της Ελληνικής Αντικαρκινικής Εταιρείας έθεσε και την οικονομική διάσταση του προβλήματος, επισημαίνοντας ότι «η φτώχεια αποτελεί κακό προγνωστικό παράγοντα για την υγεία» και τούτο, όπως είπε, καταδεικνύεται από σχετικές μελέτες που αποδεικνύουν τις ανισότητες κατ’ εξοχήν στον χρόνο επιβίωσης θεραπευμένων καρκινοπαθών.
Σύμφωνα με μεγάλη ευρωπαϊκή έρευνα (46.000 άτομα) αποδεικνύει ότι 1 στα 5 άτομα υποφέρει από μέτριο έως σοβαρό χρόνιο πόνο με διάρκεια περίπου 7 χρόνια. Ο χρόνιος πόνος επηρεάζει σημαντικά την ποιότητα ζωής ενός εκ των τριών ατόμων.