Όταν η κατάσταση ζορίζει, ανέκαθεν η εύκολη λύση ήταν η επίκληση της εθνικής ομοψυχίας, ο εξ ανατολών κίνδυνος κ.λπ. Δεν έχει σημασία αν είναι υπαρκτά ή όχι, την ώρα που η εξουσία βρίσκεται στα σχοινιά εξαιτίας της αποτυχίας της να βελτιώσει τη θέση των πολιτών και να πετύχει την ευημερία τους, τότε εμφανίζονται δημοσιεύματα ή προβάλλονται εντέχνως κινήσεις που δείχνουν τον εχθρό λέγοντας:
Συσπειρωθείτε κάτω από το καβούκι μας που είναι το μόνο σίγουρο καθώς τα άλλα δεν τα ξέρουμε αν «λειτουργούν» κι ελάτε πίσω από τον «ηγεμόνα», είτε είναι καλός είτε όχι, επειδή διακυβεύεται η ύπαρξή μας. Έτσι βλέπουμε λεπιδοφόρα σύρματα στον Έβρο, τουρκικές επιβουλές για την Κρήτη (!) κ.ά.
Την περασμένη Πέμπτη κυρώθηκε από τη Βουλή συμφωνία για τον αγωγό EastMed μεταξύ Ελλάδας-Κύπρου-Ισραήλ με τις ψήφους ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ, ΚΙΝΑΛ και Ελληνικής Λύσης.
Μεταφέρω κάποιες σκέψεις του Σωτήρη Ρούσσου, αναπληρωτή καθηγητή στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Διεθνών Σχέσεων στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου και επιστημονικού υπεύθυνου του Κέντρου Μεσογειακών, Μεσανατολικών και Ισλαμικών Σπουδών (ΚΕΜΜΙΣ), που ανέπτυξε δημοσίως στη σελίδα του στο Facebook:
«Δεν είναι καθόλου κακό, τουναντίον είναι ωφέλιμο να συνάπτει μια χώρα συμφωνίες συνεργασίας στον οικονομικό-εμπορικό τομέα με περιφερειακούς γείτονες ακόμη κι αν διαφωνεί σε σημαντικά ζητήματα με αυτούς.
Υπάρχουν όμως τέσσερις βασικοί όροι για να μην υπάρξουν αντίθετα αποτελέσματα;
1.Να καταλαβαίνει την πραγματική σημασία και το εύρος της συμφωνίας. Στην περίπτωση του EastMed είμαστε ακόμη στις καλές προθέσεις και στις ελπιδοφόρες προοπτικές. Καμία από τις χώρες που συμμετέχουν (Ελλάδα, Κύπρος, Ισραήλ) δεν έχει αρκετό φυσικό αέριο για να «γεμίσουν» έναν τέτοιο αγωγό ενώ ο βασικός παραγωγός της γειτονιάς, η Αίγυπτος, δεν συμμετέχει στο project.
Δεν συμμετέχει επίσης και η βασική αγορά που είναι στην προκειμένη περίπτωση η Ιταλία. Με βάση αυτά τα στοιχεία η ευόδωση του EastMed είναι μάλλον όνειρο θερινής νυκτός, ιδιαίτερα μάλιστα σε μια δεκαετία που θα χαρακτηρίζεται από υπερπροσφορά φυσικού αερίου σε παγκόσμιο επίπεδο.
2.Να μη διαμορφώνει αυταπάτες για πιθανή άλλη χρήση και άλλο χαρακτήρα της συμφωνίας. Η συμφωνία δεν αφορά στρατιωτική συνεργασία, πολλώ δε μάλλον δεν είναι αμυντική συμφωνία. Σε καμία περίπτωση το Ισραήλ, που είναι και το ισχυρότερο στρατιωτικά μέρος, δεν έχει υπονοήσει ότι επιθυμεί κάτι τέτοιο.
Η λογική επίσης ότι έτσι απομονώνουμε την Τουρκία είναι μάλλον αδύναμη. Πρέπει να θυμόμαστε ότι αυτό δεν θα καθοριστεί από τον επί χάρτου αγωγό αλλα κυρίως από τις σχέσεις Ουάσιγκτον και Άγκυρας. Επίσης να σημειώσουμε ότι αυτή η συνεργασία δεν απέτρεψε την τουρκική επιθετικότητα στο Λιβυκό πέλαγος.
3.Να μη σύρεται από τις επιλογές των εταίρων σε άλλα μέτωπα που δεν είναι δικά της και δεν πρέπει να είναι δικά της. Δεν πρέπει να αποστρέφει το βλέμμα από τη βάναυση καταπάτηση αποφάσεων του ΟΗΕ και διεθνών κανόνων από την απόφαση της ισραηλινής κυβέρνησης να προσαρτήσει τα κατεχόμενα Παλαιστινιακά Εδάφη. Θα το βρει μπροστά της στην Κύπρο εκτός κι αν δεν ενδιαφέρει. Ούτε να εντάσσεται σε αντι-Ιράν συμμαχίες που δεν αφορούν στο ελάχιστο τα δικά της ζητήματα ασφαλείας.
Πολλώ δε μάλλον αν σκεφτεί κανείς ότι το Ιράν ήταν η μόνη χώρα που μας έδωσε πετρέλαιο με πίστωση τον καιρό της χρεοκοπίας όταν φίλοι και εταίροι κερδοσκοπούσαν εις βάρος μας. Μια ισορροπημένη στάση στη Μέση Ανατολή θα μας δώσει και πολλές ευκαιρίες διαμεσολάβησης και αυξημένου ρόλου τώρα που μια πανάξια διπλωμάτης ορίστηκε ειδική απεσταλμένη της Ελλάδας για τη Συρία.
4.Θα πρέπει κατανοώντας τη σχετική σημασία του EastMed να μην παραμελεί βασικές συμμαχίες στα Βαλκάνια που ιστορικά έχουν αποδειχθεί πολύ αποτελεσματικές στην αντιμετώπιση του τουρκικού επεκτατισμού.
Τέλος, να μην αποτελέσει η συμφωνία αυτή εφαλτήριο κερδοσκόπων και αεριτζήδων των υδρογονανθράκων στην προσπάθειά τους να τα οικονομήσουν καταστρέφοντας το περιβάλλον και ενθαρρύνοντας τυχοδιωκτισμούς».