Στέλλα Παπαδημητρίου. Η Αρετή μονολογεί και μας δείχνει την….προίκα της.

0
525

Η Στέλλα Παπαδημητρίου είναι μια ταλαντούχα ηθοποιός εδώ και πολλά χρόνια. Όμως πιο καλά τη γνωρίσαμε μέσα από τα «Μυστικά της Εδέμ», και φέτος στην «Προίκα» της Μπέττυς Μαγρίζου, που δίνει επί σκηνής ρεσιτάλ ερμηνείας.

O ηθοποιός Παύλος Χαϊκάλης είπε γι αυτήν: «Η Στέλλα είναι μια ηθοποιός που κακώς για εμένα η τηλεόραση την ανακάλυψε μετά από τόσο καιρό.

Είναι ένα αστέρι, μια ηθοποιός ουσίας, πάθους…..μία πανέμορφη γυναίκα που κουβαλάει εμπειρίες και που αν την είχε ανακαλύψει νωρίτερα, η τηλεόραση θα είχε κερδίσει πάρα πολλά πράγματα».

Σήμερα μας κάνει παρέα να την γνωρίσουμε κι εμείς από κοντά.

– Κυρία Παπαδημητρίου μιλήστε μας λίγο για τα παιδικά σας χρόνια, που γεννηθήκατε, την οικογένειά σας;

Γεννήθηκα στο Σιτοχώρι Σερρών, είμαι μοναχοπαίδι, είχα πολύ ευχάριστα παιδικά χρόνια, έπαιξα πολύ στις αλάνες, πήρα πολύ αγάπη, ενδιαφέρον και προσοχή από την οικογένειά μου. Μπορεί να μην είχαμε τις κούκλες ή τις μπάλες που είχαν τα παιδιά της πόλης, είχαμε όμως τις μπάλες που δείχνει η διαφήμιση, φτιαγμένες από πανιά και κούκλες χειροποίητες από τις μάνες μας. Ζούσαμε ξέγνοιαστα και ελεύθερα.

– Πως αποφασίσατε να γίνετε ηθοποιός;

Δεν ξέρω ακριβώς. Ίσως από μικρή επειδή ξεχώριζα, υπήρχε και δίπλα από το σπίτι μου ένας κινηματογράφος στον οποίο χωνόμουν κρυφά και έβλεπα ταινίες και γινόμουν ένα με τους ήρωες.

– Αν ξαναρχίζατε τη ζωή σας πάλι αυτό το λειτούργημα θ ακολουθούσατε;

Νομίζω πως ναι. Η Αγάπη μου για αυτό το επάγγελμα είναι μεγάλη.

– Έχετε παίξει σε πολλά θεατρικά έργα, αλλά στο πλατύ κοινό σας έκανε γνωστή ο ρόλος σας μέσα από «Τα Μυστικά της Εδέμ»;

Η Αλήθεια είναι πως ναι. Η τηλεόραση είναι αυτή που σε βάζει στο σπίτι του κοινού και μαζί του πίνεις καφέ, τρως, γίνεσαι μέλος της οικογένειάς του. Τα «Μυστικά της Εδέμ» και ο ρόλος της Αντιγόνης ήταν μια μεγάλη ευκαιρία για μένα, να γίνω ευρύτερα γνωστή.

– Όμως μετά από αυτό φύγατε για την γενέτειρά σας κι ασχοληθήκατε εκεί με την καλλιέργεια. Τι συνέβη;

Τίποτα Σοβαρό. Ποτέ δεν έκοψα τους δεσμούς με το χωριό μου, ήμουν πάντα εκεί. Απλά η κρίση και το ότι δεν γίνονται πολλές δουλειές με έκανε να περνάω το μισό σχεδόν χρόνο εκεί, να ασχολούμαι με τα κηπευτικά μου «ελπίζω να μην με φορολογήσουν, επειδή καλλιεργώ 5 ντομάτες, πιπεριές και μελιτζάνες, βέβαια έτσι όπως πάνε μπορεί να μας απαγορέψουν να σπέρνουμε και για δική μας κατανάλωση».

Εκεί βρίσκω ηρεμία, ζω μέσα στη φύση, έχω φτιάξει μια άλλη ζωή ήσυχη, ήρεμη μακριά από άγχη και στρες, έχω φίλους με τους οποίους συναντιόμαστε στα σπίτια πίνουμε καφέ, τα κρασάκια μας, βγαίνουμε στους αγρούς και μαζεύουμε άγρια φρούτα για να φτιάξουμε μαρμελάδες και λικέρ. Είναι το ησυχαστήριό μου.

– Σας έχει επηρεάσει πολύ η κατάσταση αυτή που βιώνουμε στη χώρα μας και θα θέλατε να πείτε κάτι στους πολιτικούς μας σαν άνθρωπος της τέχνης;

Με έχει επηρρεάσει όπως όλο τον κόσμο. Απάντηση ως άνθρωπος της τέχνης; Θα σας απαντήσω ως πολίτης αυτής της χώρας. Μπορούν να μας αδειάσουν, όλοι αυτοί που μας κυβερνούν, την γωνιά και να ξενιτευτούν αντί να ξενιτεύονται τα παιδιά μας; Η καλύτερα, δεν πάνε να πνιγούν;

– Πολλοί νέοι αναζητούν μια καλύτερη ζωή στο εξωτερικό, ο γιος σας;

Ο γιος μου γύρισε από το εξωτερικό, πριν ξεσπάσει η κρίση και προσπαθεί να επιβιώσει εδώ. Όμως έχουν φύγει άλλα παιδιά, γνωστών, συγγενών. Πολύ κρίμα.

– Τι θα συμβουλεύατε τους νέους ηθοποιούς;

Τι να πω και σε αυτά τα παιδιά; Υπομονή, Επιμονή, δύσκολοι καιροί. Είναι ένα επάγγελμα από το οποίο δεν μπορείς να ζήσεις, αλλά μήπως σήμερα μπορείς να ζήσεις και από άλλα επαγγέλματα με τους μισθούς που δίνουν; Και αν έχει και κάποιος δουλειά, με τόση ανεργία…..

– Σας έχει πικράνει κάτι μέσα από την πορεία σας;

Πολλά και τίποτα. Σίγουρα υπήρξαν και άσχημες στιγμές. Προτιμώ όμως να κρατώ τις καλές που ήταν περισσότερες και να πορεύομαι…..

-Πείτε μας για το πρώτο γυμνό στο θέατρο που κάνατε, πότε, τι ήταν και πως αντέδρασαν οι θεατές και οι κριτικοί;

Ήταν στην παράσταση «Οι Κερκεμέζοι» του Γιώργη Χριστοφιλάκη, που παίχτηκε στο Εθνικό Θέατρο το 1985. Υποδυόμουν τη Ρεβέκκα και το γυμνό ήταν κυρίως συμβολικό. Δεν σόκαρε καθόλου, οι θεατές το δέχονταν πολύ φυσιολογικά και οι κριτικοί έγραψαν πολύ καλά λόγια. Πλαισιωνόμουν από δύο βιολιά, ενώ την ώρα της γυμνής εμφάνισης παίζανε το «Ω γλυκύ μου Έαρ»

– Ποιος ρόλος σας στιγμάτισε;

Όλους τους ρόλους μου τους δουλεύω με αγάπη και προσήλωση. Κανένας δεν μου δημιούργησε «τραυματικές» εμπειρίες για να με στιγματίσει. Όλοι οι ρόλοι, είναι δυνατοί, ενδιαφέροντες και τους αντιμετωπίζω με αγάπη και σεβασμό.

– Τι θαυμάζετε και τι απεχθάνεστε σε έναν άνθρωπο;

Θαυμάζω την ακεραιότητα, την ειλικρίνεια, τη ντομπροσύνη, την καλοσύνη, την ομορφιά της ψυχής του. Απεχθάνομαι το ΨΕΜΑ και το ΔΗΘΕΝ.

– Το πιο ευχάριστο γεγονός στη ζωή σας και το πιο δυσάρεστο;

Το πιο ευχάριστο είναι φυσικά η γέννηση του γιου μου. Το πιο δυσάρεστο, οι απώλειες των ανθρώπων από τη ζωή μας, είτε φεύγοντας για το μακρινό ταξίδι, είτε βγαίνοντας από αυτή, για κάποιους λόγους.

– Αγαπηθήκατε ή αγαπήσατε περισσότερο;

Νομίζω πως μάλλον έχω αγαπηθεί περισσότερο. Εννοώ βεβαίως από άντρες. Γιατί στις φιλίες μου δίνω πάντα πολλά. Είμαι πιστή φίλη, όχι ότι δεν είμαι πιστή στις προσωπικές μου σχέσεις, απλά νομίζω ότι οι άντρες που πέρασαν από τη ζωή μου με αγάπησαν περισσότερο. Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι εγώ δεν τους αγάπησα.

-Έχουν υμνήσει το ρόλο σας στην «Προίκα» είπαν ότι ιερουργείτε , «Κρυφό σχολειό» αποκάλεσαν την παράσταση που θα παίζεται έως τα τέλη Γενάρη στο Studio Μαυρομιχάλη. Μιλήστε μας γι αυτή, πως σας επέλεξαν, τι αισθάνεστε κάθε φορά, ποια είναι η γυναίκα που ενσαρκώνετε;

Η «Αρετή» είναι μια γυναίκα, είναι όλες οι «Γυναίκες του Κόσμου» ή τουλάχιστον όλες οι γυναίκες της Ελλάδας. Τα συναισθήματά της αντικατοπτρίζουν τη γυναίκα είτε αυτή ζει στην πόλη, είτε στο χωριό.

Οι γυναίκες βλέποντας την παράσταση, θα μοιραστούν μαζί της δικά τους συναισθήματα και βιώματα, ή βιώματα συγγενών τους. Είναι η γυναίκα της διπλανής μας πόρτας, του σπιτιού μας.

Δεν είναι διάσημη, ούτε επιστήμων, απλά μια γυναίκα που έζησε τα δικά της προβλήματα, τη δική της ζωή. Είναι η Ελληνίδα Γυναίκα. Είμαστε Εμείς.

Πριν από δεκατρία χρόνια, η συγγραφέας, Μπέττυ Μαγρίζου μου διάβασε το έργο, για πρώτη φορά. Ήμουν πολύ νέα τότε για να το παίξω, οπότε τώρα ήρθε το πλήρωμα του χρόνου και η ηλικία μού μου το επιτρέπει και έτσι αποφάσισα μαζί με τον Φώτη Μακρή που το σκηνοθετεί μαζί με την Κλεοπάτρα Τολόγκου, να ανεβάσουμε το έργο στο Studio Μαυρομιχάλη.

Τα συναισθήματα μου είναι πρωτόγνωρα, γιατί πρώτη φορά είμαι μόνη μου στη σκηνή. Υπάρχει χαρά, ευχαρίστηση, φόβος και επειδή είμαι σε ένα μικρό θέατρο υπάρχει άμεση επαφή με το κοινό.

– Μια ευχή που θα κάνατε;

Να επιβιώσουμε ως Έθνος, ως Χώρα και οι άνθρωποι να πάψουμε να υποφέρουμε.

-Καλή επιτυχία σας ευχαριστώ.

Και εγώ σας ευχαριστώ πολύ και σας περιμένω να έρθετε στην παράσταση.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Please enter your comment!
Please enter your name here