Η συμφωνία αμοιβαιότητας Ελλάδας-Γαλλίας σε συνδυασμό με την αγορά 24 μαχητικών αεροσκαφών Rafale, 3 φρεγατών Belharra και η προοπτική για 3 κορβέτες Gowind ήλθαν να συμπληρώσουν τη Γαλλική ασπίδα που έχει απλωθεί από το Αιγαίο έως και την Ανατολική Μεσόγειο.
Η σημαντικότερη στρατιωτική συμφωνία μετά την αγορά του αιώνα, τον Μάρτιο του 1985, έρχεται να συμπληρώσει τη στροφή που παρατηρείται στη γεωπολιτική σκακιέρα της ευρύτερης περιοχής και να κλείσει το κενό που αφήνει πίσω της, η αποδυνάμωση της εδώ αμερικανικής παρουσίας.
Κενό που σπεύδει να καλύψει η Γαλλία η οποία επιστρέφει δυναμικά στην περιοχή μετά το πόλεμο του Λιβάνου. Χωρίς υπερβολή από την Κύπρο έως και την Ελλάδα η Γαλλία και σε στρατιωτικό επίπεδο φαίνεται να έχει κυρίαρχο ρόλο.
Η επιλογή των Αθηνών να βάλει όλα τα «αυγά» της στη γαλλική στρατιωτική βιομηχανία από την μια έρχεται να λειτουργήσει ως αντίβαρο απέναντι στην επικρατούσα άποψη και πολιτική της Ε.Ε για την περιοχή και από την άλλη να κουμπώσει στα βήματα που έχουν γίνει από το Παρίσι στην αν. Μεσόγειο, στα ενεργειακά και στην εμβάθυνση των σχέσεων με χώρες της περιοχής, με την Κύπρο να βρίσκεται στον πυρήνα των διεργασιών.
Με γαλλικό άρωμα
Πέρα από την Γαλλική παρουσία στην Κυπριακή ΑΟΖ, ο ισχυρός άξονας Λευκωσίας- Παρισίου αποτυπώνεται με τον πλέον ξεκάθαρο τρόπο και στην στρατιωτική συνεργασία των δυο χωρών.
Το ξεπάγωμα των εξοπλιστικών προγραμμάτων της Εθνικής Φρουράς, τα τελευταία τέσσερα χρόνια συνοδεύτηκε, όχι τυχαία, με τη στροφή προς δυσμάς και τον σταδιακό απογαλακτισμό των εξοπλιστικών από τη ρωσική πολεμική βιομηχανία.
Το πλέον χαρακτηριστικό παράδειγμα της αλλαγής πλεύσης που πραγματοποιείται είναι η απαλλαγή της Ε.Φ από το κοστοβόρο και προβληματικό ρωσικό επιθετικό ελικόπτερο MI-35 και η αντικατάστασή τους με γαλλικά. Στη γαλλική αγορά υπάρχουν δύο τύποι ελικοπτέρων που παρακολουθούνται από τη Λευκωσία. Το πρώτο είναι το Tiger HAD καθώς και το ΝΗ-90.
Αεράμυνα
Το δεύτερο σημαντικό εργαλείο στο κομμάτι της άμυνας είναι και αυτό γαλλικής κατασκευής και προελεύσεως. Το συγκεκριμένο ραντάρ, που είναι σε πλήρη επιχειρησιακή λειτουργία, τερμάτισε μια ανακολουθία που υπήρχε στο κομμάτι της αεράμυνας με τη συνεργασία των ραντάρ.
Το ηλεκτρονικό σύστημα έχει δια-συνδέσει το υφιστάμενο αντιαεροπορικό σύστημα της Κυπριακής Δημοκρατίας, κλείνοντας το κενό που υπήρχε στην κοινή και ενιαία αεροπορική εικόνα.
Συγκεκριμένα το γαλλικό ραντάρ είχε σημαντική συμβολή εκσυγχρονισμό του Κέντρου Αεροπορικής Επιτήρησης (ΚΕΑ) πετυχαίνοντας στο νοικοκύρεμα όπως λέγεται από στρατιωτικά χείλη της αεράμυνας η ύπαρξη ενός εξελιγμένου ΚΕΑ, εκτός των άλλων, αυξάνει τη συνεργασία της ΕΦ από αέρος με μέσα που χρησιμοποιούν την περιοχή, ευθύνης της Δημοκρατίας κάτι που στο παρελθόν δεν υπήρχε η δυνατότητα συνεργασίας, ακόμα και με φίλια μέσα, όπως της Ελλάδας, τα οποία παρακολουθούντο από το ΑΤΑ Λάρισας.
Exocet-Mistral
Στο κομμάτι της αντιαεροπορικής ομπρέλας συγκαταλέγονται και άλλα οπλικά συστήματα της ΕΦ με γαλλική σφραγίδα Εδώ η Γαλλία προχώρησε σε συντήρηση των υφιστάμενων συστοιχιών Exocet που διαθέτει το ναυτικό με βεληνεκές 70 χλμ.
Παράλληλα, η Ε.Φ. προχώρησε στην αγορά 2 νέων συστοιχιών Exocet, με βεληνεκές τα 180 χλμ.
Στο κομμάτι της αεράμυνας όπου η Ε.Φ. επιδεικνύει ιδιαίτερη προσοχή, πρέπει να συνυπολογισθεί και η αγορά νέων αντιαεροπορικών συστημάτων Mistral εμβέλειας 8 χλμ. που σε συνάρτηση με τα υπόλοιπα αντιαεροπορικά συστήματα έχουν ενισχύσει σημαντικά την κυπριακή αεράμυνα.
Η βάση στο Μαρί
Πέρα από τα εξοπλιστικά της Ε.Φ που έχουν έναν ξεκάθαρο γαλλικό προσανατολισμό, η πολιτική της κυβέρνησης κινήθηκε και στη σύναψη αμυντικών συνεργασιών. Σε διμερές επίπεδο η σύναψη στρατιωτικής συνεργασίας που έχουν υπογράψει οι δυο χώρες , έχει θέσει το πλαίσιο εκείνο στο οποίο η κυπριακή πλευρά δίνει ιδιαίτερη προσοχή.
Ακρογωνιαίος λίθος αποτελεί η συμφωνία για αναβάθμιση της ναυτικής βάσης στο Μαρί, η οποία υλοποιείται με τη συμβολή Γάλλων στρατιωτικών τεχνοκρατών και ουσιαστικά θα χρησιμοποιείται και από γαλλικά πολεμικά πλοία.
Για το λόγο αυτό τα σχέδια που έχουν ετοιμασθεί προβλέπουν επέκταση των χερσαίων υποδομών, προκειμένου η βάση να μπορεί να φιλοξενήσει μεγάλα πολεμικά πλοία, που ως γνωστόν το ναυτικό της Ε.Φ. δεν διαθέτει.