Γράφω για το «Grand Challet» το πάλαι ποτέ μικρό, καλόγουστο, φιλόξενο και συμπαθέστατο ξενοδοχείο του Κεφαλαριού.
Επί δεκαετίες είχε κατορθώσει να γίνει, αφ’ ενός ο αγαπημένος ξενώνας των ξένων businessmen ταξιδιωτών της εποχής εκείνης, και αφ’ ετέρου μια ζωντανή κοινωνική κυψέλη της Κηφισιάς που στους ζεστούς, απλούς του χώρους, κτισμένους βασικά από όμορφο ξύλο και πελεκημένη πέτρα, χαιρόντουσαν εκεί το αντάμωμα τους όσοι αγαπούσαν ,εκτιμούσαν και απολάμβαναν την αρχοντιά της λιτότητας.
Όλα θύμιζαν τότε παλιό ρουστίκ αρχοντικό κάποιου σεμνού ευπατρίδη που είχε από πολλές γενιές ξεπεράσει πια το σύνδρομο της επίδειξης και απολάμβανε την ομορφιά του καλόγουστου απέριττου.
Οι γιορτές και οι συγκεντρώσεις των διαφόρων συλλόγων της περιοχής, το πιάνο που περίμενε κάποιον ερασιτέχνη πιανίστα να παίξει κανένα δημοφιλές τραγουδάκι της εποχής, το φλύαρο τζάκι τις χειμωνιάτικες βραδιές να σκαει τα κουκουνάρια, ακόμη και τα γκαρσόνια φιλικά να σε προσφωνούν με το επώνυμο σου αφού σε γνώριζαν πια μετά από τόσα χρόνια που σε ξέρανε, όλα αυτά σε κάνανε να νιώθεις ότι βρίσκεσαι στο φιλόξενο σπίτι κάποιου στενού φίλου.
Όμως και το καλοκαίρι δεν πήγαινε πίσω. Γύρω από μια κακότεχνη γραφική πισίνα πνιγμένη γύρω-γύρω από το πράσινο, τα Σάββατα και οι Κυριακές συχνά θυμίζανε τις ξέγνοιαστες μέρες της παλιάς γειτονιάς του καθενός μας καθώς συναντούσες γνωστούς της δικής σου μικρής κοινωνίας που τους γνώριζες και σε γνώριζαν από καιρό.
Εκεί σπάνια θα συναντούσες άνθρωπο που να μην σου χάριζε το χαμόγελο του που και συ-χωρίς να έχετε συστηθεί- θα του το ανταπέδιδες με μια ζεστή «καλημέρα» σαν επισφράγιση της αμοιβαίας καλής σας διάθεσης. Γιατί όχι; Άνθρωποι περαστικοί είμαστε και το διάβα της ζωής πολύ μικρό!
Έτσι λοιπόν που λετε, με τα χρόνια στο αγαπητό και σχετικά προσιτό στα πιο αδύνατα βαλάντια, «Grand Challet» δημιουργήθηκε εκεί με τα χρόνια ένα σημείο αναφοράς πάρα πολλών Κηφισιωτών που εύρισκαν εκεί τον τόπο και το χρόνο να κουβεντιάζουν και να γιορτάζουν τόσα και τόσα γύρω από τη ζωή της όμορφης πόλης μας.
Προσπαθώ να περιγράψω εκείνα τα αξέχαστα χρόνια που ζήσαμε και έζησε μαζί μας το «Grand Challet» που σήμερα πια ερειπωμένο και κατασκότεινο, προσπαθεί να σταθεί όρθιο σαν το αδέσποτο σκυλί που πνέει τα λοίσθια μπροστά στους περαστικούς που τρομάζουν στη σημερινή του άγρια κατάντια και που γυρίζουν σκληρά το κεφάλι τους αλλού, να μη βλέπουν, και αν γίνεται, ούτε να θυμούνται.
Σπασμένα τζάμια, ετοιμόρροπες στέγες που προσπαθούν να ισορροπήσουν στους ανέμους της Πεντέλης και της Πάρνηθας, άγρια επιθετικά φυτά που ψάχνοντας τον ήλιο αγκαλιάζουν τους τοίχους και τα σπλάχνα του κουφαριού θυμίζοντας εγκαταλειμμένους τάφους ξεχασμένων συνανθρώπων μας, είναι τώρα πια το άθλιο σκηνικό με το οποίο προβάλλει θλιβερά μετά από τόσες δεκαετίες αυτό το ίδιο «κουφάρι» της σημερινής εγκατάλειψης που κάποτε σκόρπισε απλόχερα τη χαρά της ζωής
Δεν γνωρίζω γιατί και πώς το «Grand Challet» κατάντησε στη σημερινή άθλια κατάσταση του. Από πληροφορίες έμαθα ότι μετά από το ζεύγος των παλαιών ιδιοκτητών του, το «Grand Challet» περιήλθε στην ιδιοκτησία εταιρείας ναυτιλιακών συμφερόντων.
Προ ολίγων ημερών τηλεφώνησα στην εταιρεία αυτή και περιέγραψα στην κυρία που απήντησε στο τηλέφωνο τις εντυπώσεις μου για το δραματικό θέαμα που παρουσιάζει το ερειπωμένο συγκρότημα.
Την παρεκάλεσα να με φέρει σε επαφή με κάποιον αρμόδιο της εταιρείας για να του μεταφέρω τις παρατηρήσεις μου γύρω από την σημερινή κατάσταση που υποθέτω ότι μάλλον θα γνώριζε και η οποία κατάσταση κατά την άποψη δεν είναι απλώς απογοητευτική αλλά και σαφώς εγκυμονεί και πολλαπλούς κινδύνους.
Έλαβα την διαβεβαίωση της ότι θα μεταφέρει την παράκληση μου αλλά μέχρι στιγμής δεν είχα νεώτερα.
Θέλω να πιστεύω ότι οι ιδιοκτήτες του «νεκρού» πλέον «Grand Challet», θα θελήσουν κάτι να κάνουν σχετικά με την ασχήμια, τους κινδύνους και την δυσαρέσκεια που εκπέμπει γύρω του το «στοιχειό» αυτό της οδού Κοκκιναρά και ελπίζω η αισιοδοξία μου να βγει αληθινή.