Πάμε στο 2000 – εφτά χρόνια μετά την ανατροπή της κυβέρνησης Μητσοτάκη από τον Αντώνη Σαμαρά.
Πρώτη περίπτωση: Στο in.gr διαβάζουμε: «Στη συνέντευξη που παραχώρησε στον τηλεοπτικό σταθμό Alpha, ο κ. Σαμαράς επισήμανε ότι κατέφυγε στη Δικαιοσύνη για να προστατεύσει την τιμή και την υπόληψή του από τις κατηγορίες του κ. Μητσοτάκη, σύμφωνα με τις οποίες «χρηματίστηκε προκειμένου να ρίξει την κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, το 1993….
Επιπλέον, καταφέρθηκε με δριμύτητα κατά του πρώην πρωθυπουργού, λέγοντας ότι «έχει μηδαμινή αξιοπιστία, παράγει λάσπη και βασίζεται στο δόγμα της αμνησίας του λαού», και υποστήριξε ότι κινείται με μόνη λογική να επιτύχει η Ντόρα Μπακογιάννη στις φιλοδοξίες της».
Δεύτερη περίπτωση: Την ίδια χρονιά ο έγκριτος Τάσος Παππάς έγραφε στην «Ελευθεροτυπία»: «Ο Κ. Μητσοτάκης στις 16 Οκτωβρίου 2000 με συνέντευξή του στο «Βήμα» αναφέρει πως «έγινε κανονική εξαγορά του Α. Σαμαρά», επικαλούμενος ότι «στις εκλογές του 1993 η Πολιτική Άνοιξη έκανε την πιο πλούσια εκλογική καμπάνια».
Ο Α. Σαμαράς απαντά με μήνυση και δηλώνει ότι «είναι πολιτική ανανδρία, ο αρχιερέας της διαπλοκής με την ομπρέλα της ασυλίας να ισχυρίζεται ότι τάχα εξαγοράστηκα από συμφέροντα για να ρίξω την κυβέρνησή του». Η μήνυση δεν έφτασε στο ακροατήριο, γιατί δεν ήρθη η βουλευτική ασυλία του Κ. Μητσοτάκη».
Τρίτη περίπτωση: Στην ειδησεογραφία της εποχής διαβάζουμε ότι ο Αντώνης Σαμαράς «υπέβαλε μήνυση στον τότε κυβερνητικό εκπρόσωπο Βασίλη Μαγγίνα «επειδή είχε μιλήσει για «μεγάλα διαπλεκόμενα συμφέροντα» που «καθοδηγούν και υπαγορεύουν τις κινήσεις και τις αποφάσεις του Σαμαρά».
Ο οποίος είχε απαντήσει εάν εντός της ημέρας ο υπάλληλος του κ. Μητσοτάκη και κυβερνητικός εκπρόσωπος δεν προσκομίσει τα στοιχεία για τα δήθεν οικονομικά συμφέροντα, που όπως δήλωσε δήθεν υπηρετώ, τότε θα τον ξεσκεπάσω στα δικαστήρια για την άνανδρη και ελεεινή συκοφαντία».
Θα μας πάρει μέρες να παραθέτουμε αντίστοιχες αναφορές στα ΜΜΕ της εποχής και συναφείς δηλώσεις του Κώστα Μητσοτάκη για τα κίνητρα της ανατροπής του από τον πρώην υπουργό του.
Πχ: «Ο Αντώνης Σαμαράς έκανε απόψε το βήμα προς τη μεγάλη προδοσία του 47% του ελληνικού λαού. Γίνεται όργανο των αντιπάλων μας και των οικονομικών συμφερόντων των οποίων είναι δέσμιος με σκοπό να πλήξει πισώπλατα την παράταξη που τον δημιούργησε»…
Τι σημαίνουν όλα αυτά; Ότι δεν είναι η πρώτη φορά που η επικαιρότητα συνδέει τον Αντώνη Σαμαρά με χρηματισμό. Συμβαίνει από χρόνια και ο ίδιος απαντά με μηνύσεις που για διάφορους λόγους δεν έφτασαν στο ακροατήριο. Εν τω μεταξύ όμως έφτασε ο ίδιος στην Πρωθυπουργία.
Επιστρέφουμε στη συγκυρία: Μάρτυρες καταθέτουν επωνύμως στην Εισαγγελία Διαφθοράς ότι ο πρώην Πρωθυπουργός χρηματίσθηκε από την εταιρία Νοβάρτις. Όπως είναι αυτονόητο διενεργείται έρευνα για να βρεθούν στοιχεία που θα τεκμηριώνουν τις μαρτυρίες. Δεν βρίσκονται και η υπόθεση αρχειοθετείται.
Αλλά εν τω μεταξύ η υπόθεση διέρρευσε. Όχι με ευθύνη της Εισαγγελίας. Με ευθύνη του νόμου που ψήφισε και ο Σαμαράς, για άμεση διαβίβαση του φακέλου στη Βουλή, χωρίς περαιτέρω ερευνα. Τι επακολούθησε το ξέρουμε.
Ο Σαμαράς αρπάζει την υπόθεση και βγαίνει από τη πολιτική αεργία που βρίσκεται, περιοριζόμενος κυρίως στη διοργάνωση συλλαλητηρίων για το Μακεδονικό με επιδίωξη να «λάβει την εμπιστοσύνη τους», συμπαρασύροντας και τον Μητσοτάκη με την απειλή της διάσπασης.
Στο κλίμα αντικυβερνητικής υστερίας που δημιουργούν κάποια ΜΜΕ και τρομοκράτησης των εισαγγελικών λειτουργών που δημιουργούν οι μισοί από τους δέκα ερευνώμενους πολιτικούς, για το ίδιο σκάνδαλο με βάση τις ίδιες μαρτυρίες, ο Σαμαράς επιστρέφει στις μηνύσεις- ακολουθούμενος και από άλλους. Παλιά μου τέχνη κόσκινο.
Μηνύει τους…εισαγγελείς επειδή τον ερευνούν…Αλλά και την κυβέρνηση. Οι μηνύσεις του αρχειοθετούνται, αλλά καλείται ως μάρτυρας σε μια έρευνα που κάνει ο Άρειος Πάγος, όταν ο πρώην αντεισαγγελέας επόπτης των ερευνών ισχυρίζεται ότι υπήρξαν πολιτικές παρεμβάσεις.
Από τη φλύαρη και εν πολλοίς ανερμάτιστη κατάθεσή του προκύπτει ο εξής ισχυρισμός:
«Όλες οι ενέργειες των Εισαγγελέων ήταν προσχεδιασμένες και σε πλήρη γνώση και καθ’ υπόδειξη των τελευταίων: ο κ. Τσίπρας αποφάσισε και παρήγγειλε την κατασκευή της σκευωρίας, ο κ. Παπαγγελόπουλος, λόγω των ιδιοτήτων του, μερίμνησε ως «Ρασπούτιν» για την υλοποίησή της υποδεικνύοντας ενέργειες στην ευνοούμενή του Εισαγγελέα Διαφθοράς, βρέθηκαν οι πρόθυμοι μάρτυρες που κατέθεταν ότι κατά την εκάστοτε πολιτική συγκυρία εξυπηρετούσε τους μικροπολιτικούς σχεδιασμούς του κ. Τσίπρα και όλα δημοσιεύονταν ως κομματική προπαγάνδα από το κυβερνητικό φερέφωνο, την εφημερίδα του κ. Βαξεβάνη».
Τα υπόλοιπα στις 32 σελίδες του υπομνήματος, είναι ευφάνταστοι συλλογισμοί περί πλεκτάνης εναντίον του, αντιφάσεις, εμπαθείς αναφορές και πολιτικολογίες του τύπου «για να εξυπηρετήσουν την απελπισμένη στόχευση μιας παραρρεύσασας Κυβέρνησης, να αλλάξει την ατζέντα μετά το Συλλαλητήριο για τη Μακεδονία».
Όλα αυτά βέβαια δεν αγγίζουν τον Τσίπρα τους υπουργούς του, τους εισαγγελείς και τον.. Βαξεβάνη, γιατί είναι κουβέντες στον αέρα. Αλλά ο Σαμαράς δεν σημαδεύει αυτούς. Ο στόχος του είναι ο Κυριάκος Μητσοτάκης που δεν τον έκανε επίτροπο, ούτε θα τον κάνει πρόεδρο της Δημοκρατίας- και προφανώς δεν θα τον βάλει ούτε στην επόμενη Βουλή.
Δηλαδή που τον αποστρατεύει άδοξα, παρότι αυτός τον έκανε υπουργό και συνέβαλε ποικιλοτρόπως στην ανάδειξή του στην ηγεσία της ΝΔ – θεωρώντας ότι τον ελέγχει και θα τον καταστήσει παρένθεση – και επιπλέον είναι ο μόνος που μπορεί να σώσει τη Μακεδονία που «είναι μια και είναι ελληνική».
Με την αναφορά των ονομάτων Τσίπρα και Παπαγγελοπούλου στην κατάθεση Σαμαρά ο φάκελος άγεται στη Βουλή όπου πιστεύει ότι στριμώχνει τον Μητσοτάκη: ή κινείται στη γραμμή του και ανατινάζεται η κυβέρνησή του ή πάει κόντρα και βγαίνει απέναντί του. Δεν μπορεί να μιλάει για τη Νοβάρτις στη Βουλή και να καλύπτει τον Πικραμένο, αλλά όχι τον ίδιο.
Ο Πρωθυπουργός, έχοντας την πικρή πείρα από τον πατέρα του, προσπάθησε να εκτονώσει τον Σαμαρά με μεσοβέζικες επιλογές. Του έδωσε τον «καραμανλικό» Παπαγγελόπουλο, αλλά όχι φυσικά του Τσίπρα, αφού θα ήταν αυτό-πυροβολισμός.
Παραβλέποντας κι αυτός ότι είναι παράλογο να συσταθεί Προανακριτική προτού ολοκληρωθεί η έρευνα που διέταξε ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου Βασ. Δασούλας – αν και αυτό είναι περισσότερο θέμα του προέδρου της Βουλής Κ. Τασούλα. Όπως είναι η κρίση αν έχει αρμοδιότητα η Βουλή επί του θέματος που της ζητείται από ένα κόμμα να καταπιαστεί.
Ο Σαμαράς – και μιντιάρχης που τον ενθαρρύνει καθώς λέγεται – θέλει «αίμα». Και θα τον «πάει μέχρι το τέλος» – τον Μητσοτάκη.
Είναι ίσως η στιγμή να υποβάλλει εκ νέου μήνυση κατά του Κώστα Μητσοτάκη, που όπως είναι γνωστό έστησε εναντίον του την ίδια πλεκτάνη μιλώντας για «χρηματισμό» του και άλλα παρεμφερή.
Απόντος του Πρωθυπουργού που ανέτρεψε, ας μηνύσει τον γιο του. Η ζημιά που του κάνει, βάζοντάς από νωρίς την κυβέρνηση και την Κοινοβουλευτική Ομάδα σ’ αυτόν το κυκεώνα παραφροσύνης και ρεβανσισμού, δεν αρκεί…