Ένα νέο καυτό μέτωπο, αυτή τη φορά στα μετόπισθεν, ανοίγει για την κυβέρνηση καθώς η αγορά αμφισβητεί δημόσια, ενόσω βρίσκεται σε εξέλιξη η διαπραγμάτευση με την τρόικα, τον τρόπο με το οποίο επιδιώκει η κυβέρνηση να κλείσει μια σειρά από θέματα.
Ως σταγόνες που φαίνεται να ξεχειλίζουν το ποτήρι, αναφέρονται οι προχειρότητες της κυβέρνησης με το νέο φορολογικό νομοσχέδιο, αλλά και η προώθηση κουρέματος της τάξεως του 40% στις ιδιωτικές κλινικές, εξ αιτίας των ελλειμμάτων του ΕΟΠΥΥ, την ώρα που οι σπατάλες στο Δημόσιο συνεχίζονται και η σύλληψη της φοροδιαφυγής, παραμένει εξαγγελία.
Πράγματι, η πρώτη αντίδραση προήλθε ως αποτέλεσμα του προωθούμενου νομοσχεδίου το οποίο αυξάνει την προκαταβολή φόρου για ομόρρυθμες και ετερόρρυθμες εταιρείες και καταργεί την έκπτωση 1,5% που ισχύει σήμερα κατά τη μηνιαία παρακράτηση φόρου στους μισθούς και στις συντάξεις.
Υπό το βάρος της γενικευμένης αντίδρασης από φορείς αλλά και το σύνολο του επιχειρηματικού κόσμου και των μισθωτών, η κυβέρνηση δείχνει να υπαναχωρεί παγώνοντας την αύξηση της προκαταβολής και την πρόθεση κατάργησης της έκπτωσης.
Πρόκειται για ένα ακόμη νομοθέτημα, λένε στην αγορά, το οποίο έρχεται να προστεθεί στους δεκάδες φορολογικούς νόμους που ψηφίστηκαν τα τελευταία χρόνια, χωρίς καμιά αναπτυξιακή διάσταση, χωρίς φορολογική δικαιοσύνη και εντέλει με μονομερή στόχευση στους συνεπείς φορολογούμενους (φυσικά πρόσωπα και επιχειρήσεις).
Απ' την άλλη μεριά, αφήνει για ακόμη μια φορά στο απυρόβλητο τους φοροφυγάδες, οι οποίοι ευθύνονται εν πολλοίς για τα σημερινά δημοσιονομικά αδιέξοδα.
Η ενέργεια
Την αντίδραση της αγοράς προκαλεί και η απροθυμία της κυβέρνησης να μειώσει το δυσθεώρητο για τα ευρωπαϊκά επίπεδα ενεργειακό κόστος στη χώρα μας το οποίο πνίγει το βασικό κορμό της εξαγωγικής βιομηχανίας καθώς και να προχωρήσει στα απαραίτητα «by pass» που θα επιτρέψουν τη διοχέτευση ρευστότητας στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις.
Οι επιχειρήσεις, με πρώτες τις ενεργοβόρες, αισθάνονται ότι εμπαίζονται από την κυβέρνηση καθώς, ενώ βαθαίνει η κρίση στο εσωτερικό, η υπερβολική φορολόγηση της ενέργειας, σε συνδυασμό με τις καταχρηστικές πρακτικές της ΔΕΗ, βγάζουν εκτός διεθνών αγορών όσες επιχειρήσεις έχουν επιβιώσει. Παρά τις υποσχέσεις και μάλιστα σε ανώτατο επίπεδο, ακόμη και τώρα καμία ενέργεια δεν έγινε για την ελάφρυνση του ενεργειακού κόστους.
Την ίδια στιγμή, ο κλάδος των Ανανεώσιμων Πηγών, βρίσκεται μπροστά σε μία τεράστια κρίση. Η πρωτοφανής στα χρονικά επιβολή «τέλους αλληλεγγύης επί τους τζίρου» σε συνδυασμό με τις καθυστερήσεις στις πληρωμές, που φτάνουν και τους 8 μήνες και την υποχρέωση της επιχείρησης να καταβάλλει τον ΦΠΑ, τον οποίο όμως δεν πληρώθηκε, οδηγούν σε αδιέξοδο χιλιάδες επιχειρήσεις.
Η προστασία του… Δημοσίου
Η αγορά δείχνει να συνειδητοποιεί ότι για μια σειρά από θέματα η κυβέρνηση συνεχίζει να λειτουργεί με μοναδικό κριτήριο το να μην αλλάξει τίποτε στο Δημόσιο και επομένως πνίγει με τις πρακτικές της τον ιδιωτικό τομέα ο οποίος μέχρι στιγμής έχει σηκώσει το μεγαλύτερο βάρος της προσπάθειας δημοσιονομικής εξυγίανσης και έχει πληρώσει με 1,5 εκατομμύριο ανέργους τις συνέπειες της ύφεσης.
Πρόκειται για διαρκή παραλογισμό που αν δεν τελειώσει άμεσα δεν υπάρχει καμία περίπτωση η ελληνική οικονομία να σταθεί στα πόδια της προειδοποιούν παράγοντες από όλο το φάσμα της αγοράς.
Την ώρα που η κυβέρνηση κυνηγά ξένες επενδύσεις «σκοτώνει την μοναδική αγελάδα που την τρέφει, δηλαδή την εγχώρια επιχειρηματικότητα» δηλώνει κορυφαίος παράγοντας της αγοράς στο Euro2day.gr ο οποίος δεν κρύβει την απογοήτευση και την οργή του για τις τελευταίες κυβερνητικές αποφάσεις.
Κατά τον ίδιο η απόφαση της κυβέρνησης να επιβάλει claw back στις κλινικές, αντί να κλείσει κάποια από τα πολλά δημόσια νοσοκομεία της επαρχίας που δουλεύουν με πληρότητα ως και 10%, ή αντί να ελέγξει αποτελεσματικά ή να κλείσει μεγάλα νοσοκομεία των Αθηνών που αποδεδειγμένα λειτούργησαν και ενδεχομένως συνεχίζουν να λειτουργούν ως «ναοί διαφθοράς» αποτυπώνει και την φιλοσοφία της.
«Και η κυβέρνηση Ν.Δ. – ΠΑΣΟΚ επιδιώκει με κάθε τρόπο να διαφυλάξει ως κόρη οφθαλμού το Δημόσιο, μεταφέροντας το λογαριασμό στον ιδιωτικό τομέα. Δεν υπάρχει καμία λογική», δηλώνει δείχνοντας διατεθειμένος να αναστείλει μια σειρά από επενδύσεις που προετοιμάζει εδώ και καιρό.
Καθυστερήσεις και έλλειψη ρευστότητας.
Τον ίδιο προβληματισμό έχει στέλεχος έτερου ελληνόκτητου οργανισμού επενδύσεων ο οποίος σημειώνει την απουσία σχεδίου για το πώς θα αναταχθεί η οικονομία και θα δημιουργηθεί ένα αποτελεσματικό πλαίσιο προσέλκυσης επενδύσεων.
«Δεν μπορεί την ώρα που καθυστερείς επί μήνες ή και χρόνια να εξοφλήσεις το ΦΠΑ του εξαγωγέα ή την οφειλή προς τον προμηθευτή να αυξάνεις ως χώρα τους φόρους επί των συναλλαγών. Ποιος θα έρθει να βάλει λεφτά στην Ελλάδα όταν στην πράξη η επιχειρηματικότητα διώκεται;»
Τα προβλήματα ρευστότητας επιτείνονται από το γεγονός ότι το κράτος καθυστερεί την εξόφληση των οφειλομένων ληξιπρόθεσμων, θέμα για το οποίο ήδη διαμαρτύρεται και η… τρόικα. Οι προσπάθειες επιτάχυνσης του ΕΣΠΑ δεν αρκούν για να καλύψουν το πρόβλημα δεδομένου ότι η πιστωτική επέκταση παραμένει –και θα παραμείνει το επόμενο διάστημα- αρνητική.
Διαμαρτυρίες υπάρχουν και για τις καθυστερήσεις σε κρίσιμα νομοθετήματα. Το νομοσχέδιο για τον νέο Αγορανομικό Κώδικα παρουσιάσθηκε στις 10 Δεκεμβρίου του 2012, αλλά ακόμη δεν έχει ψηφιστεί. Το συγκεκριμένο νομοσχέδιο, εκτός από το καυτό θέμα των Κυριακών (το οποίο επίσης «σέρνεται» για μήνες), περιλαμβάνει σημαντικές ρυθμίσεις για την απελευθέρωση της αγοράς, την προστασία του υγιούς ανταγωνισμού κ.ά.
Άλλη χαρακτηριστική περίπτωση κλάδου που ταλαιπωρείται από την ανικανότητα της πολιτείας να δημιουργήσει και να υποστηρίξει την λειτουργία ενός σταθερού θεσμικού πλαισίου είναι η κινητή τηλεφωνία. Η περίπτωση αδειοδότησης των σταθμών βάσης αποτελεί μνημείο αναποτελεσματικότητας.
Παρότι η κινητή τηλεφωνία συμπληρώνει φέτος 20 χρόνια παρουσίας, ωστόσο η συντριπτική πλειοψηφία των σταθμών βάσης, περίπου 4.500, συνεχίζουν να λειτουργούν χωρίς άδεια ενώ η Ένωση των Εταιρειών Κινητής Τηλεφωνίας επιρρίπτει στο Δημόσιο την ευθύνη για τις καθυστερήσεις.
Το μήνυμα των αποκρατικοποιήσεων
Απόδειξη κατά τον ίδιο είναι η δυσκολία που έχει η Ελλάδα να προχωρήσει σε ιδιωτικοποίηση ακόμη και επιχειρήσεων κοινής ωφέλειας που έχουν αμυντικά χαρακτηριστικά και απέναντι στην κρίση. «Μόνο hedge funds και distress funds ενδιαφέρονται να επενδύσουν στην Ελλάδα, με όρους που δεν συμβαδίζουν με τη φιλοσοφία που έχει ακολουθηθεί μέχρι σήμερα για την απομείωση των assets και αποκρυσταλλώθηκε πλήρως στο μοντέλο της ανακεφαλαιοποίησης των συστημικών τραπεζών».