Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, το τελευταίο διάστημα, έχει προχωρήσει σε ένα μπαράζ αντεργατικών δηλώσεων και εξαγγελιών, τόσο σκληρών και τόσο κυνικά διατυπωμένων, που έχουν αναπτύξει μια τεράστια δυναμική διείσδυσης στην ελληνική κοινωνία.
Όλοι οι Έλληνες αυτά συζητάνε. Και, φυσικά, εδώ προκύπτει ένα ερώτημα, που βρίσκεται στα χείλη όλων των γαλάζιων στελεχών, χωρίς όμως να βρίσκει και κάποια λογική απάντηση:
Μα, τι στο καλό έπιασε τον Πρόεδρο προεκλογικά; Γιατί το κάνει αυτό το πράγμα στον εαυτό του; Γιατί έπρεπε να ανοίξει θέμα ωραρίου εργασίας και δώρου Χριστουγέννων, ειδικά τώρα; Ή, μάλλον, όχι μόνο οι νεοδημοκράτες…
Όλοι αυτό δεν αναρωτιόμαστε; Νομίζω ότι ο συλλογισμός που ακολουθεί, θα βοηθήσει. Κατ, αρχάς, να τονίσουμε ότι δεν είναι η πρώτη φορά που τα λέει αυτά τα πράγματα ο Κυριάκος Μητσοτάκης.
Εντάξει, για το δώρο των Χριστουγέννων το ακούσαμε πρώτη φορά, όμως ακόμη και αυτό έρχεται ως συνεπής συνέχεια των υπολοίπων, που περιγράφουν τις προθέσεις του για τους εργαζόμενους. Όπως, για παράδειγμα, η κατάργηση του 8ώρου και η υιοθέτηση ενός ελαστικού ωραρίου, ενδεχομένως και με ώρες μοιρασμένες στα Σαββατοκύριακα.
Το δεύτερο σκέλος (της εργασίας 7 μέρες την εβδομάδα) μάς το αποκάλυψε πρόσφατα, όμως η θεμελιακή βάση της πολιτικής του σκέψης έχει τεθεί από πέρυσι, από τις 8 Μαΐου 2018, τότε που σε εκδήλωση του ΣΕΠΕ μάς είπε ότι «το κλασικό 8ωρο είναι ξεπερασμένο». Απλά, ένα χρόνο αργότερα, προχώρησε και στο δεύτερο βήμα.
Άλλωστε, όλα αυτά τα στοιχεία, που κατά καιρούς «πετάει» στον αέρα ο Πρόεδρος της ΝΔ, αν τα συγκεντρώσει κανείς και συνθέσει την εικόνα, θα συνειδητοποιήσει ότι περιγράφουν με πολύ μεγάλη ακρίβεια την πρόταση του Κέντρου Φιλελεύθερων Μελετών «Μάρκος Δραγούμης» (ΚΕΦΙΜ), το οποίο – μάλιστα – συνεχάρη, σε πρόσφατη επίσκεψή του, ο Κυριάκος Μητσοτάκης, λέγοντας ότι αποτελεί «ανάσα ορθού πολιτικού λόγου».
Το σχέδιο, λοιπόν, του ΚΕΦΙΜ είναι ο «καθορισμός γενικού μέσου εβδομαδιαίου ωραρίου εργασίας 40 ωρών, για περίοδο τεσσάρων μηνών, με ημερησία ανάπαυση τουλάχιστον 11 ωρών».
Με τη σημείωση, βέβαια ότι «αυτονόητο είναι ότι το ημερήσιο ωράριο των εργαζομένων θα μπορεί να αυξομειώνεται όταν ειδικές περιστάσεις το επιβάλλουν». Αυτό περιγράφει ο Πρόεδρος της ΝΔ. Σαράντα ώρες, μοιρασμένες μέσα στη βδομάδα, όποιες θέλει ο εργοδότης, χωρίς υπερωρίες, ασφαλώς.
Τέλος το ωράριο, πώς το λένε; Τα δεδομένα μας, λοιπόν, είναι:
Δεν είναι η πρώτη φορά που τα λέει αυτά τα πράγματα ο Πρόεδρος. Όλα ακολουθούν με συνέπεια την ίδια λογική. Δεν φάσκουν και αντιφάσκουν. Αντιθέτως…..Ο Κυριάκος Μητσοτάκης ξέρει πολύ καλά ότι είμαστε λίγες μέρες πριν τις εκλογές.
Στις αρχικές τοποθετήσεις του (πριν τις αυτοδιαψεύσεις, που ακολουθούν κάθε φορά) ο Κυριάκος Μητσοτάκης υποστηρίζει με πάθος αυτά που λέει. Θυμηθείτε, για παράδειγμα, πώς έλεγε στη διακαναλική ότι «είναι καλό, δεν είναι κακό» να δουλεύεις 7 μέρες την εβδομάδα.
Πού μας οδηγούν αυτά, αν τα συνδυάσουμε όλα μαζί; Στο μόνο λογικό συμπέρασμα:
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης λέει όλα αυτά τα αντεργατικά που λέει, όχι απλά γιατί τα πιστεύει, αλλά – κυρίως – γιατί νομίζει ότι αρέσουν και στον κόσμο.
Και θεωρεί ότι ο ίδιος είναι ο «εκλεκτός» της φυλής των αρίστων, που θα γράψει Ιστορία στα νεοφιλελεύθερα χρονικά του ΕΛΚ, αφού θα έχει την τύχη να κυβερνήσει έναν λαό ο οποίος θα «συμφωνεί» να δουλεύει 7 μέρες την εβδομάδα.
Γιατί αυτά του λένε οι σύμβουλοί του. Προφανώς. Δεν είναι τυχαίο ότι αυτές τις δηλώσεις τις κάνει προεκλογικά, ασφαλώς. Το αντίθετο συμβαίνει, όσο ακραίο κι αν φαίνεται. Επειδή ΑΚΡΙΒΩΣ βρισκόμαστε λίγες μέρες πριν τις εκλογές, θίγει αυτά τα θέματα τώρα.
Γιατί νομίζει ότι «περνάνε» στον κόσμο και ότι οι ψηφοφόροι θα δουν στο πρόσωπό του έναν πραγματικό μεταρρυθμιστή. Νομίζει ότι κερδίζει ψήφους από αυτά.
Και επειδή, όταν άρχισε να τα ψελλίζει, από πέρυσι ακόμα (που τα «έριχνε» για να μαζέψει κοινωνικές αντιδράσεις), δεν είδε να γίνεται μεγάλο θέμα στα κανάλια (εδώ γελάνε), νομίζει ο άνθρωπος ότι οι προτάσεις του βρίσκουν εύφορο έδαφος στην κοινωνία.
Είναι τόσο μέσα στο άριστο κλουβί, όπου γεννήθηκε, μεγάλωσε και ζει, που φαίνεται πως περιορίστηκε αισθητά η ικανότητά του να αντιληφθεί τι συμβαίνει έξω από αυτό το κλουβί. Και δεν υπάρχει κάτι χειρότερο από αυτό, για κάποιον που θέλει να γίνει πρωθυπουργός και να ορίσει τις τύχες των φτωχών.
(*) Ο Γιώργος Χριστοφορίδης είναι δημοσιογράφος – οικονομολόγος.