Ο Λέοναρντ Κόεν έγραψε το «Dance me to the end of love» για να υμνήσει την ακατάλυτη δύναμη τής αγάπης, με αφορμή την τραγική εμπειρία τού εκ Θεσσαλονίκης Ελληνοεβραίου «βιολιστή του Άουσβιτς» Ιάκωβου Στρούμσα, ο οποίος ήταν υποχρεωμένος από τους αξιωματικούς των Ες Ες να αποχαιρετά με κλασική μουσική και εμβατήρια συγγενείς και φίλους που όδευαν προς τους θαλάμους αερίων.
Το «Dance me to the end of love» του Λέοναρντ Κόεν υπήρξε για μένα ένα από τα πιο αινιγματικά τραγούδια όλων των εποχών. Μέχρι πρόσφατα, οι στίχοι του μου φαίνονταν εντελώς ακατανόητοι, σαν ένα ποιητικό Τεστ Ρόρσαχ ή, έστω, ένα ερωτικό κοάν απελευθέρωσης της φαντασίας από το παραμικρό ίχνος λογικής.
Δεν έβγαζα νόημα, γιατί με μπέρδευαν οι πέραν πάσης ευλογοφάνειας αναφορές στο «φλεγόμενο βιολί», στον «πανικό», στους «μάρτυρες» και σε ένα είδος «απειλής», στο σκοτεινό φόντο της οποίας οι δύο ερωτευμένοι του άσματος χορεύουν.
Είναι βέβαια σαφές στους στίχους πως ένα από τα δύο αγαπημένα πρόσωπα απευθύνεται, μέσω της φωνής του Κόεν, στο άλλο αποχαιρετώντας το. Κατά πάσα πιθανότητα, η ερωμένη προς τον εραστή ή η σύζυγος προς τον σύζυγο.
Τον καλεί να παίξει μουσική («dance me»-κάθε μουσική είναι χορός) ως το τέλος της αγάπης, λες και χωρίζουν, αν και εκθειάζει την ομορφιά του («dance me to your beauty») και επικαλείται την ανάγκη της να τυλιχθεί προστατευτικά στον ήχο της μουσικής και στο συναίσθημα της αγάπης («till I’m gathered safely in»).