Ενώ η προανακριτική της Βουλής προχώρησε σε όλη τη διαδικασία πομπώδους αυτό-αθώωσης έχουν συμβεί δύο σοβαρά γεγονότα.
Πρώτο: Η Novartis, αφού της απαγγέλθηκαν κατηγορίες στις ΗΠΑ (μεταξύ αυτών και για επηρεασμό Ελλήνων πολιτικών που εξυπηρετούσαν τα συμφέροντά της), αναγκάστηκε να κάνει συμβιβασμό πληρώνοντας 310 εκατ. προκειμένου να αποφύγει τις ποινικές διώξεις.
Πρέπει να είσαι ή αφελής ή ψηφοφόρος του Άδωνη για να πιστεύεις ότι η πολυεθνική πλήρωσε αυτό το ποσό-μαμούθ γιατί κάποιοι γιατροί στην Ελλάδα έγραφαν σωρηδόν φάρμακα η αξία των οποίων φτάνει τα μερικά εκατομμύρια.
Δεύτερο: Ο ΟΟΣΑ δημοσιοποίησε ότι στην Ελλάδα πρέπει να γίνουν πρόσθετες παρεμβάσεις που να ευνοούν το κράτος δικαίου και την καταπολέμηση της διαφθοράς. Γράφει συγκεκριμένα η σχετική έκθεση ότι «η Ελλάδα υποφέρει από υψηλά επίπεδα αντιληπτής διαφθοράς σε σύγκριση με άλλες χώρες» και συνεχίζει:
«Η καταπολέμηση της διαφθοράς και των οικονομικών εγκλημάτων είναι το κλειδί για τη βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος και της λειτουργίας της δημόσιας διοίκησης».
Πού εντοπίζει μάλιστα τη διαφθορά; Στα δημόσια έργα, στον ναυτιλιακό τομέα, στις αμυντικές συμβάσεις, τις δημόσιες συμβάσεις και στον τομέα της υγείας. Σε υποθέσεις δηλαδή που έχουν απασχολήσει την ελληνική Δικαιοσύνη ως σκάνδαλα, αλλά είτε μας προέκυψαν όλοι αθώοι ή φρόντισε το νομικό κατασκεύασμα της κυβέρνησης Μητσοτάκη να τους αμνηστεύσει.
Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι του νόμου που επιτρέπει στις τράπεζες να μη διώκουν ποινικά τα διεφθαρμένα στελέχη τους. Ευτυχώς ο νόμος και όσες μεθοδεύσεις τον συνοδεύουν έχουν κριθεί αντισυνταγματικά από τα ελληνικά δικαστήρια, όπως αποκαλύπτει σήμερα το Documento.
Τι συνδέει τα παραπάνω πραγματικά περιστατικά που αφορούν όλα υποθέσεις και λειτουργίες διαφθοράς;
Αφενός τα ίδια πρόσωπα εξουσίας, αφετέρου οι ίδιες μεθοδεύσεις τους. Δεν περιορίζονται στο να αμνηστευτούν κατασκευάζοντας κολυμβήθρες του Σιλωάμ μέσα στις οποίες βουτούν από τον πιο ψηλό βατήρα των υποστηρικτικών και φιλικών τους μέσων ενημέρωσης. Τους απασχολεί να εκμηδενιστεί κάθε πιθανότητα να αναπαραχθούν στο μέλλον ο κίνδυνος, η απειλή για το σύστημά τους.
Δεν είναι καθόλου τυχαίο που στην ενιαία τακτική τους οι ερευνώμενοι για το σκάνδαλο Novartis δεν υπερηφανεύονταν πως θα αθωωθούν και θα αποδείξουν την ηθική τους υπόσταση, αλλά υπόσχονταν τιμωρία για όποιον τόλμησε ως μάρτυρας, δικαστικός λειτουργός ή δημοσιογράφος.
Η τέχνη της αυτό-αθώωσης πατάει πρωτίστως στη συνεχή υπενθύμιση ότι αυτοί είναι το σύστημα της εξουσίας, άρα και της τιμωρίας. Οι νόμοι, οι ρυθμίσεις, οι διαδικασίες που θα τους αμνηστεύσουν αποτελούν το πρακτικό διαδικαστικό μέρος.
Η ουσία της συνεχούς επιβίωσής τους είναι το μήνυμα που στέλνουν προς την κοινωνία, ότι είναι αδίστακτοι και δεν ορρωδούν προ ουδενός. Εκεί βρίσκεται η ουσιαστική δύναμή τους, η οποία μπορεί να αναπαράγει κλώνους τους και συνεπώς υποστηρικτές τους.
Σε οποιαδήποτε άλλη χώρα το να συνεδριάζει η Βουλή για να οδηγήσει σε Ειδικό Δικαστήριο έναν πολιτικό την ώρα που βρίσκεται σε εξέλιξη μια εθνική κρίση θα χαρακτηριζόταν ως άκομψη και ανήθικη διαδικασία και θα επιχειρούσαν να την αποφύγουν.
Το μένος τους όμως δεν τους έβαλε κανέναν φραγμό και δεν ενεργοποίησε καμία λογική ή προσχηματική έστω στάθμιση. Διότι ο εχθρός, όπως συνέβη πολλές φορές στην ιστορία της ελληνικής Δεξιάς, είναι εσωτερικός.
Η δε αντιμετώπισή του δεν χρειάζεται μεγάλη ταλαιπωρία. Δεν μπορείς να αντιμετωπίσεις τον Ερντογάν συκοφαντώντας ή κατηγορώντας τον. Μπορείς όμως να το κάνεις με τους πολιτικούς σου αντιπάλους. Να τους δείχνεις ως εχθρούς σε μια αντεστραμμένη πραγματικότητα όπου τα αγγεία γίνονται θυμιατά και (ακόμη χειρότερα) τα σκατά λιβάνι.
Η αναπαραγωγή των σχημάτων του εσωτερικού εχθρού εκμοντερνίζεται ψηφιακά μάλιστα, αλλά μένει σταθερή η μέθοδος. Ο αντίπαλος πρέπει να εξοντωθεί. Ακόμη και αν είναι πειστικός απέναντι στον κόσμο, πρέπει όσοι τον πιστεύουν να φοβούνται να τον ακολουθήσουν.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης όσο φοβισμένος και αν είναι στα θέματα που αφορούν την αντιμετώπιση των ισχυρών εξωτερικών εχθρών τόσο απροκάλυπτα εκδικητικός εμφανίζεται σε αυτό που βαφτίζει και αντιμετωπίζει ως εσωτερικό εχθρό.
Αν μπορούσε, θα οδηγούσε τον πολιτικό του αντίπαλο σε ένα κελί, όπως έκανε ο Μπολσονάρο με τον Λούλα ντα Σίλβα στη Βραζιλία. Αυτό που τον εμποδίζει δεν είναι καμιά φιλελεύθερη αντίληψη.
Άλλωστε ήδη έχει μετατρέψει την πολιτική σκηνή σε έργο με σύγχρονους Μαυρίκηδες για να εξυπηρετηθεί προσωρινά. Φοβάται απλώς ότι έρχεται γνωρίζοντας πως δεν μπορεί να το αντιμετωπίσει.