Είναι από τους πιο σεμνούς , ταλαντούχος, και από τους πιο αγαπητούς στο χώρο της μουσικής. Κύριος, άρχοντας! Tο πάθος και η ευαισθησία που ερμηνεύει τα τραγούδια του χαράζονται στη μνήμη μας.
Μας συγκινεί, μας συγκλονίζει και για μια ακόμη φορά θα έχουμε τη χαρά να τον απολαύσουμε στο ειδυλλιακό περιβάλλον της Λίμνης της Βουλιαγμένης στις 14 & 15 Ιουλίου. Μαζί μας ο Μανώλης Μητσιάς.
Κύριε Μητσιά είστε από τους δημοφιλέστερους και πιο αγαπητούς καλλιτέχνες. Πείτε μας πως είσαστε σαν παιδί και πως προέκυψε η μουσική στη ζωή σας, γιατί γεννηθήκατε στα Δουμπιά της Χαλκιδικής και σίγουρα δεν θα είχατε τα ίδια ερεθίσματα όπως αν είσαστε στην Αθήνα.…
«Η καριέρα μου ξεκίνησε εκεί. Μεταξύ της εκκλησίας του χωριού και των χωραφιών που δούλευα με τους γονείς μου. Δεν είχα τα ίδια ερεθίσματα σίγουρα με κάποιον που μεγάλωσε στην Αθήνα, αλλά εκεί η μουσική γεννήθηκε σαν μέσο έκφρασης, σαν μία ανάγκη.
Η μέρα δεν περνούσε αλλιώς παρά μόνο με τραγούδι. Η μάνα μου τραγουδούσε πολύ ωραία και με παράσερνε πάντα να τραγουδάω μαζί της δημοτικά τραγούδια.»
Οι γονείς σας σάς προέτρεψαν να ασχοληθείτε με τη μουσική;
«Όχι, ίσα- ίσα θα έλεγα ότι στενοχωρήθηκαν κιόλας. Οι δικοί μου ήθελαν να σπουδάσω. Αλλά ούτε κι εγώ κατάλαβα πως προέκυψε το τραγούδι επαγγελματικά. Ξεκίνησα να τραγουδάω με φίλους και βρέθηκα σε μπαρ και σε μουσικές σκηνές αργότερα.»
Ποιος ανακάλυψε το ταλέντο σας στο τραγούδι;
«Δεν θυμάμαι ποιος ανακάλυψε το ταλέντο μου στο τραγούδι. Εγώ ήμουν τενόρος στην χορωδία και κάποια στιγμή αρρώστησε ο βαρύτονος που ήταν να πει το «Άξιον Εστί» και έπρεπε να βγω εγώ αναγκαστικά στη θέση του. Έτσι έγινε, τυχαία, και καθιερώθηκα από την αγάπη του κόσμου.
Και αργότερα στην Αθήνα βέβαια ο Δήμος Μούτσης που με άκουσε – και αυτός τυχαία ένα βράδυ στον Τσιτσάνη – και μου άνοιξε την πόρτα να με γνωρίσει και ο κόσμος στην υπόλοιπη Ελλάδα.»
Μιλήστε μας για τη μπουάτ που δημιουργήσατε στη Θεσσαλονίκη και το πρώτο σας τραγούδι;
«Η μπουάτ στην Θεσσαλονίκη ξεκίνησε από μία παρέα φίλων τότε. Ήταν ο Ανδρέας Φραζάς, ο μαέστρος της χορωδίας που είχαμε, ο Θόδωρος Μάρκου, ένας εξαιρετικός σολίστας στο μπουζούκι και εγώ.
Ξεκινήσαμε για την πλάκα μας και γίναμε κίνημα, η πρώτη μπουάτ στην Θεσσαλονίκη. Και για αυτό νιώθουμε και λίγο περήφανοι που ξεκινήσαμε κάτι τέτοιο.»
Είχατε κάποιον καλλιτέχνη σαν πρότυπό σας;
«Ξεκίνησα πάντα να θαυμάζω τους δημοτικούς τραγουδιστές που έλεγαν τα μακεδονίτικα τραγούδια, αργότερα υπήρχε ο Καζαντζίδης που με έκανε να αγαπήσω τα λαϊκά τραγούδια, ώσπου ανακάλυψα τον Μπιθικώτση με τον Επιτάφιο το 1960 όταν πήγα στο γυμνάσιο και έγινα μόνιμος θαυμαστής του. Και φυσικά τα τραγούδια του Θεοδωράκη που διαμόρφωσαν το χαρακτήρα μου, τις σχέσεις μου με τους φίλους μου και την κοινωνία γενικότερα.»
Συνεργαστήκατε με κορυφαίους συνθέτες και τραγουδιστές. Κάνατε συναυλίες σε όλο τον κόσμο. Ποιες είναι οι καλύτερες αναμνήσεις;
«Έχω συνεργαστεί με τους μεγαλύτερους. Νομίζω η αγάπη μου και ο θαυμασμός μου για τον Μάνο Χατζιδάκι έχει εκφραστεί επανειλημμένως. Πιστεύω πως είναι αναντικατάστατος.
Έχω κάνει συναυλίες σε όλο τον κόσμο αλλά νομίζω θα μου μείνουν αλησμόνητες οι συναυλίες σε Αμερική και Καναδά με τον Μίκη Θεοδωράκη και το «Άξιον Εστί» .
Ήταν το 1995 σε μία εποχή κρίσιμη για το μακεδονικό, και εκεί θαύμασα τη δύναμη του Μίκη. Που δεν φοβόταν τίποτα, παρά τις απειλές που δεχόμασταν καθημερινά.»
Σκεφθήκατε να φύγετε για το εξωτερικό;
«Για συναυλίες πολλές φορές. Μόνιμα ποτέ.»
Περιγράψτε μας πως ήταν η ατμόσφαιρα και η αντίδραση των θαμώνων τότε στις μπουάτ;
«Ήταν καταπληκτική ατμόσφαιρα κάθε βράδυ. Άνθρωποι φοιτητές, σημερινοί επιστήμονες, που από το υστέρημά τους, με 20 δραχμές έρχονταν και κάθονταν σε μικρά καθισματάκια, απλά για να ακούν. Μια καταπληκτική εικόνα που δεν υπάρχει σήμερα.
Αυτή η μαγεία έχει χαθεί. Οι μπουάτ δεν υπάρχουν όπως παλιά. Οι μουσικές σκηνές είναι κάτι μεταξύ λαϊκού μαγαζιού και μπουάτ, δεν είναι το ίδιο.»
Πως βλέπετε σήμερα τους καλλιτέχνες πάνω στην πίστα που μοιάζουν με μοντέλα πιο πολύ;
«Σήμερα δεν ακούνε οι άνθρωποι, βλέπουνε. Έχει αλλάξει ο βιολογικός μας ρυθμός. Το μάτι έχει γίνει αυτί και το αυτί μάτι. Τους ενδιαφέρει η εμφάνισή τους και να είναι καθώς πρέπει στον κόσμο, αλλά έχουν χάσει τη μαγεία του τραγουδιού.»
Σκληρή δουλειά και απουσία, μπορούν να κρατήσουν την οικογένεια; Εσείς πως το καταφέρατε;
«Με πολλές θυσίες και κόπους και λόγω της γυναίκας μου. Γενικά η γυναίκα πιστεύω ότι κρατάει ένα σπίτι, ειδικά όταν κάποιος άντρας κάνει μία περίεργη δουλειά όπως η δική μας. Και εννοείται, γενικά, με συνεννόηση στο ζευγάρι.»
Μολονότι ο γιος σας μελετούσε πιάνο, σπούδασε στο εξωτερικό και είναι λαμπρός οδοντίατρος. Τον αποτρέψατε να ασχοληθεί με τη μουσική εσείς;
«Εγώ ναι, τον απέτρεψα. Είμαι περήφανος για το γιο μου που είναι ένας πραγματικά σπουδαίος επιστήμονας. Του είπα ότι θα έπρεπε να γίνει δύο φορές καλύτερος από μένα, γιατί πάντα θα είχε ν αντιμετωπίσει την σύγκριση.
Και ότι αν αυτό το κάνει από αγάπη μπορεί και να πετύχει, αλλά αν απλά για επαγγελματική αποκατάσταση, δεν θα πετύχει. Και χαίρομαι γιατί είναι πραγματικά σπουδαίος σε αυτό που επέλεξε.»
Η ζωή τη νύχτα είναι σκληρή;
«Βέβαια, είναι πολύ σκληρή. Τη νύχτα είναι όλα ανάποδα. Και η νύχτα δεν είναι μέρα. Εμένα δε μου άρεσε ποτέ, είμαι άνθρωπος που μου αρέσει το φως.»
Όταν γνωρίζατε τη μεγάλη δημοσιότητα σάς άλλαξε σαν άνθρωπο είχε επίπτωση στο χαρακτήρα σας;
«Δε νομίζω. Κάποια στιγμή πήγε ίσως να με χαλάσει, αλλά οι άνθρωποι που έκανα εγώ παρέα κατά τη διάρκεια της μουσικής μου καριέρας, ο Γκάτσος, ο Χατζηδάκις, ο Παπαδόπουλος, όλοι αυτοί οι άνθρωποι του πνεύματος δε μου επέτρεψαν να παρεκκλίνω.»
Πετύχατε όλα όσα ονειρευτήκατε όταν ξεκινούσατε την καριέρα σας;
«Καλλιτεχνικά, επαγγελματικά, θα έλεγα σχεδόν ναι. Κάποιες συνεργασίες ίσως που θα ήθελα να έχω κάνει, αλλά γενικά είμαι πολύ ευχαριστημένος.»
Πείτε μας για τη συνεργασία σας με τον Παντελή Βούλγαρη στο Μέγαρο…
«Ο Παντελής είναι ένας άνθρωπος με ανοιχτό μυαλό, ταλαντούχος, από τους καλύτερους, ίσως και ο καλύτερος σκηνοθέτης που έχουμε σήμερα στην Ελλάδα.
Ό,τι κάναμε μαζί ήταν πολύ επιτυχημένο και αυτό οφείλεται στον ίδιο. Όσες φορές συνεργαστήκαμε μου άνοιξε το μυαλό μου σε δρόμους καινούργιους. Είμαι ευτυχής που έχω συνεργαστεί μαζί του.»
Ένα τραγούδι που αγαπήσατε πιο πολύ;
«Ό,τι και να πω θα αδικήσω πολλά τραγούδια. Όλα τα λαϊκά τραγούδια είναι μοναδικά. Η «Φτωχογειτονιά», το «Φεγγάρι μάγια μουκανες», το «Παραμύθι δίχως όνομα» του Μάνου Χατζιδάκι είναι μοναδικό.»
Για τη σημερινή κρίση της χώρας μας τι θα επισημαίνατε;
«Η σημερινή κρίση ήταν επόμενο. Δεν φταίνε μόνο οι πολιτικοί, φταίμε κι εμείς οι πολίτες. Γιατί δεν έχουμε αυτή την πολιτική και πολιτιστική αγωγή που θα έπρεπε σαν λαός. Όταν τα λεφτά έπεφταν βροχή τα σκορπούσαμε σε διάφορα καταναλωτικά είδη.»
Τι θα ακούσουμε στη Λίμνη της Βουλιαγμένης στις 14 & 15 Ιουλίου;
«Τα πάντα. Εγώ κάθε φορά που τραγουδάω στον κόσμο, θέλω να έχω μια επικοινωνία μαζί του. Να τραγουδάω αυτά που θέλω, αλλά και αυτά που θέλει εκείνος να ακούσει εκείνο το βράδυ.
Είτε δικά μου, είτε μεγάλων δημιουργών. Και δεν έχω και πρόβλημα, ακόμα και a capella να τραγουδήσω κάποιο σημαντικό τραγούδι.»
{jcomments on}