Ο Ερευνητής έγινε Ερευνώμενος τονίζει το δίκτυο Έρευνας Διαφθοράς και Οργανωμένου Εγκλήματος (OCCRP) για το σκάνδαλο Novartis.
Σαφείς υπόνοιες για τους κυβερνητικούς χειρισμούς στο σκάνδαλο Novartis, αλλά και ερωτηματικά για τη στάση της δικαιοσύνης αφήνει το Δίκτυο Έρευνας Διαφθοράς και Οργανωμένου Εγκλήματος – Organized Crime and Corruption Reporting Project (OCCRP).
Το δημοσίευμα που φέρει τον τίτλο «Ελληνίδα εισαγγελέας θέλει να αποκαλύψει τις ταυτότητες προστατευόμενων μαρτύρων της Novartis», αρχικά αναφέρεται «στην μακροσκελή πρόταση της Βασιλικής Θεοδώρου να αποκαλυφθούν οι ταυτότητες των προστατευόμενων μαρτύρων (Αικατερίνη Κελέση και Μάξιμου Σαράφη) ώστε να διερευνηθεί αν υπάρχει κατάχρηση εξουσίας από τον πρώην αναπληρωτή υπουργό Δικαιοσύνης, Δημήτρη Παπαγγελόπουλο», που αφορά όμως σε άλλη υπόθεση από αυτή της Novartis.
Στο δημοσίευμα περιγράφεται η πορεία της υπόθεσης Novartis όπου η εταιρεία έφτασε σε νομικό συμβιβασμό με τους Αμερικανούς πληρώνοντας παράλληλα 347 εκατομμύρια δολάρια, και ενώ παραδέχθηκε ότι είχε χρηματίσει και Έλληνες αξιωματούχους και άλλους από το χώρο της υγείας.
Σημειώνοντας μάλιστα ότι το κόστος της υπόθεσης για την Ελλάδα υπολογίζεται περίπου στα τρία δισ. ευρώ, παρά το γεγονός ότι η ελληνική οικονομία περνούσε κρίση.
«Στον διακανονισμό η Novartis παραδέχτηκε ότι πραγματοποίησε παράνομες πληρωμές σε Έλληνες αξιωματούχους και παρόχους υγειονομικής περίθαλψης. Ωστόσο ο διακανονισμός δεν εξέτασε ρητά τι διερεύνησαν οι εισαγγελείς Διαφθοράς από το 2017: Εάν αρκετοί υψηλόβαθμοι πολιτικοί είχαν δωροδοκηθεί στο σκάνδαλο» επισημαίνεται.
Το Δίκτυο Έρευνας Διαφθοράς και Οργανωμένου Εγκλήματος σημειώνει ότι «ο πρώην πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς του δεξιού κόμματος της ΝΔ ο οποίος κατηγορήθηκε (εννοεί από τους προστατευόμενους μάρτυρες) ότι χρηματίστηκε με βαλίτσες όσο ήταν στην εξουσία από το 2012 έως και το 2015, είχε απορρίψει έντονα όλους τους ισχυρισμούς».
Όσοι κατηγορήθηκαν για δωροδοκία επανειλημμένα αναφέρθηκαν στους καταγγέλλοντες με τον υποτιμητικό όρο «κουκουλοφόροι» – έναν όρο που χρησιμοποιούνταν συχνά για τους συνεργάτες των Ναζί στην Ελλάδα κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου» προστίθεται στο κείμενο.
Στο δημοσίευμα σχολιάζεται με νόημα και η υπόθεση Παπαγγελόπουλου, αρχικά επισημαίνει ότι με την ανάληψη της διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ ο τότε υπουργός Δικαιοσύνης αποκάλεσε τη Novartis ως το «μεγαλύτερο σκάνδαλο» από αρχής του Ελληνικού Κράτους.
Ωστόσο όταν ο ΣΥΡΙΖΑ έχασε την εξουσία και ανέλαβε η ΝΔ του Κυριάκου Μητσοτάκη η υπόθεση υπονομεύτηκε και ξεκίνησε καινούργια όπου «ο ερευνητής έγινε ερευνώμενος».
Είναι ξεκάθαρο ότι οι δύο υποθέσεις δεν συνδέονται τονίζει το δημοσίευμα επικαλούμενο δήλωση του καθηγητή πολιτικής του πανεπιστημίου του Μάντσεστερ, Δημήτρη Παπαδημητρίου.
«Είναι σαφές ότι αυτές οι δύο υποθέσεις δεν σχετίζονται μεταξύ τους και επομένως η προστασία που απολαμβάνουν οι δύο μάρτυρες στην υπόθεση Novartis δεν μπορεί να επεκταθεί στην υπόθεση που διερευνάται από τον ανακριτή του Ειδικού Δικαστηρίου».
Μάλιστα στο δημοσίευμα αναφέρεται ότι η πρόταση της Βασιλικής Θεοδώρου είναι παρόμοια με το αίτημα για αποκάλυψη των μαρτύρων που είχαν καταθέσει οι Αντώνης Σαμαράς, Γιάννης Στουρνάρας, Ευάγγελος Βενιζέλος, Δημήτρης Αβραμόπουλος και Άδωνις Γεωργιάδης.
Το δημοσίευμα κλείνει επισημαίνοντας ότι η Ελένη Τουλουπάκη ήταν η τελευταία ερευνούσε τα παραπάνω πολιτικά πρόσωπα όντας εισαγγελέας διαφθοράς σχετικά με τυχόν εμπλοκή τους στην υπόθεση Novartis, κάτι για το οποίο «αντιμετώπισε απίστευτη πίεση, ποινικές διώξεις από το κόμμα της ΝΔ, ενώ εκδιώχθηκε από τη θέση της με νομοσχέδιο».